Περισσότερο από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε πόλεις και αυτό καθιστά κρίσιμο τον ρόλο τους στην αντιμετώπιση της μεγαλύτερης απειλής για το ευ ζην των πολιτών: της κλιματικής αλλαγής. Τι χρειάζονται, όμως οι πόλεις για να γίνουν πιο ανθεκτικές; Ενημέρωση, δικτύωση, συνεργασία και γνώση, απαντούν οι ειδικοί.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ και οι εταίροι του φιλοδοξούν να δημιουργήσουν έναν κόμβο για την Κλιματική Αλλαγή και την Πράσινη Μετάβαση που θα επιχειρήσει να φέρει σε επαφή τους κρίσιμους δρώντες πολιτικής (stakeholders) ώστε να αντιμετωπίσουν συνεργατικά την απειλή. Εμπειρογνώμονες αλλά και εξέχουσες προσωπικότητες των φορέων που συμμετέχουν στο project είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν για τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες στο Athens Democracy Forum σε συνεργασία με τους New York Times και διοργανώνεται από το Democracy and Culture Foundation.
Η κα. Μαρία Λογοθέτη, Οικονομολόγος, Εμπειρογνώμων Πρεσβευτής Σύμβουλος ε.τ., Ειδική Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ, παρέθεσε τους στόχους του προγράμματος, το οποίο εξήλθε μόλις από την πιλοτική του περίοδο: διάχυση της πληροφορίας από κάτω προς τα πάνω, επιτάχυνση του σχεδιασμού και της παράδοσης των μετασχηματιστικών σχεδίων ανθεκτικότητας και δημιουργία μιας κοινότητας υλοποίησης.
Αναφερόμενη στις πυρκαγιές και τους καύσωνες που έπληξαν την Ελλάδα το καλοκαίρι η κα. Λογοθέτη μίλησε για ένα φαινόμενο που μάλλον δεν είναι η εξαίρεση, αλλά αντίθετα, ενδεχομένως, να υπηρετεί ένα μοτίβο, Με βάση τα εθνικά σχέδια που έχουν υποβάλει στον ΟΗΕ τα κράτη-μέλη, η μέση θερμοκρασία ενδέχεται να αυξηθεί έως και 2,7 βαθμούς κελσίου.
Η νέα γενιά είναι πολύ ανήσυχη, με 1 στους 3 νέους να δηλώνει τρομοκρατημένος για το μέλλον του, ενώ ένα ποσοστό νέων άνω του 60% θεωρούν ότι η καθημερινότητά τους θα επηρεαστεί. Με δεδομένα αυτά, η κα. Λογοθέτη τόνισε ότι η κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με τον κορονοϊό κατέδειξαν ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, ενώ η ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία υπαγορεύει πλέον ένα νέο κοινωνικοοικονομικό μοντέλο.
Εμπόδιο για να εγκαθιδρυθεί ένα δίπολο ανθεκτικότητας-ανάκαμψης στις πόλεις στέκεται η κατακερματισμένη πληροφορία. «Δεν επικοινωνούμε, δεν μπορούμε να συλλέξουμε την πληροφορία που παράγεται αλλού», όπως εξήγησε και παρουσίασε την ιδέα ενός «one stop shop» που θα συγκεντρώνει την πληροφορία, ενώνοντας τους πολίτες, τις δημοτικές και περιφερειακές αρχές, την κεντρική κυβέρνηση, τον ιδιωτικό τομέα, την ακαδημαϊκή κοινότητα, think tanks, μη κυβερνητικούς οργανισμούς, αλλά και την κοινωνία των πολιτών. Τα δεδομένα θα συγκεντρώνονται απευθείας από τους stakeholders, οι οποίοι θα χαρτογραφηθούν.
Στόχος είναι να επιταχυνθεί η προσαρμογή και ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή και απώτερος σκοπός να ωφεληθεί το ευρύ κοινό. Τα βήματα, σύμφωνα με την κα. Λογοθέτη, είναι τέσσερα: 1) η δημιουργία και εδραίωση μιας διατομεακής δράσης, με ανάπτυξη της γνώσης. Το one stop shop θα συλλέγει τις πληροφορίες για τους stakeholders (δεσμεύσεις, δραστηριότητες, επιστημονικά δεδομένα) και τα παρουσιάζει με απλό, πρακτικό τρόπο. 2) Δικτύωση: Τα μέλη της ομάδας θα μπορούν να συνδεθούν, τα ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές, να οργανώσουν συζητήσεις, workshop κ.α. 3) Ανάπτυξη ικανοτήτων: Στην Ελλάδα οι δήμοι έχουν τα μέσα αλλά όχι την ικανότητα 4) Εκπαίδευση: Οι νέοι πρέπει να είναι καλύτερα πληροφορημένοι αλλά και να ξέρουν τι συμβαίνει στη νέα εποχή των πράσινων θέσεων εργασίας. Η εκπαίδευση θα ξεκινήσει στα πανεπιστήμια και στη συνέχεια θα επεκταθεί.
Εστιάζοντας στα προβλήματα η κα. Λογοθέτη είπε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν άνισες ικανότητες μεταξύ των stakeholders. Στο δημόσιο υπάρχει κατακερματισμός ευθυνών, που βάζει τροχοπέδη στην καλή οργάνωση και αποτελεσματικότητα. Σε τοπικό επίπεδο, μικροί δήμοι στερούνται ενός κατάλληλου στρατηγικού σχεδιασμού και πρακτικά, πάνε όπου πάει το χρήμα. Χρειάζονται βοήθεια για να συνδεθούν και να επιδράσουν με το εθνικό επίπεδο.
Παράλληλα, υπάρχει κατακερματισμένη πληροφορία και έλλειψη δικτύωσης: αναπτύσσονται διαφορετικές πρωτοβουλίες από διαφορετικούς παίκτες και η πληροφορία δεν διαχέεται. Οι δραστηριότητες εντός του ιδιωτικού τομέα, μένουν συνήθως εντός ενός οργανισμού ή κατά μέγιστο εντός ενός τομέα. Το project προσφέρει δυνατότητα ανταλλαγών και συνδεσιμότητας. Τέλος, η κα. Λογοθέτη τόνισε ότι πρέπει να αναβαθμιστεί σε παράγοντα-κλειδί, η γνώση, που είναι κάτι βαθύτερο από την πληροφορία. Η γνώση χρειάζεται ούτως ώστε η κοινότητα, όχι μόνο να δρα αλλά και να αντιδρά. Η κοινότητα πρέπει να αποκτά μια δέσμευση και να είναι καλά ενημερωμένη.
Για την ανάγκη μετάβασης από την πληροφορία στη γνώση μίλησε και ο κ. Δημήτρης Παπαστεργίου, Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας. Προσθέτοντας ότι πρέπει να γεφυρωθεί και το χάσμα ανάμεσα στη γνώση και την πραγματική εφαρμογή. Η κλιματική αλλαγή πρέπει να αντιμετωπιστεί στις πόλεις και στην καθημερινότητά μας, είπε ο κ. Παπαστεργίου, προειδοποιώντας ωστόσο ότι η μετάβαση των δήμων στην κλιματική ουδετερότητα είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα: η διαδικασία πρέπει να ξεκινήσει από τα σπίτια και τα δημόσια κτίρια, να επεκταθεί στις γειτονιές και τελικά στις πόλεις.
Το μυστικό της επιτυχίας για τον ίδιο είναι να μπουν στο παιχνίδι και οι πολίτες. Να υιοθετήσουν το όραμα και να δεσμευτούν σε αυτό. Είναι ο μόνος τρόπος για να επιταχυνθούν πράσινες δράσεις όπως η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, η διείσδυση των ΑΠΕ κλπ. Τα μέσα, σύμφωνα με τον κ. Παπαστεργίου υπάρχουν με το Ταμείο ανάκαμψης, το νέο ΕΣΠΑ και το πρόγραμμα Αντώνης Τρίτσης.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τα επόμενα χρόνια είναι η κατάρτιση του οδικού χάρτη για τη μετάβαση σε μια έξυπνη, ασφαλή ανθεκτική πόλη. «Πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε διαφορετικά απέναντι στο περιβάλλον, μετά και τις εξελίξεις του καλοκαιριού», είπε, παρατηρώντας ότι η ελληνική κοινότητα έχει αλλάξει τρόπο σκέψης.
Για τρία στάδια αντιμετώπισης της σοβούσας κρίσης ανθεκτικότητας των πόλεων μίλησε η κυρία Helena MonteiroProject Specialist, Making Cities Resilient 2030, United Nations Office for Disaster Risk Reduction στη Ευρώπη και την Κεντρική Ασία.
Μια πόλη πρέπει να αποκτήσει τους πόρους που χρειάζεται και στο πρώτο στάδιο να αντιληφθεί τις προκλήσεις για να προχωρήσει στο στάδιο του σχεδιασμού στρατηγικών ανθεκτικότητας και τελικά στην εφαρμογή και δράση.
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Making Cities Resilient 2030 οι πόλεις έχουν πρόσβαση σε όλα τα εργαλεία που προσφέρουν οι εταίροι και συνεργάζονται μέσω μιας πλατφόρμας ανταλλαγής γνώσης. Ο κόμβος για την κλιματική αλλαγή είναι σύμφωνα με την κυρία Monteiro, μια ευκαιρία για ενίσχυση της συνεργασίας των πόλεων από κάτω προς τα πάνω, με σύνδεση του εθνικού με το περιφερειακό επίπεδο.
Η κυρία Monteiro έκανε μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση κληθείσα να δώσει μια συμβουλή προς τις ελληνικές πόλεις. Είπε πως κυβερνήσεις και πόλεις εργάζονται χωριστά και δεν υπάρχει συντονισμός. Κάθε υπουργείο, είτε είναι το Μεταφορών, είτε του Περιβάλλοντος, ασχολείται με τον δικό του προϋπολογισμό.
Είναι ανάγκη να χτιστεί συνεργασία και διάλογος ανάμεσα στα υπουργεία αλλά και ανάμεσα στις ίδιες τις πόλεις και τους stakeholders. Οι πόλεις δεν θα πετύχουν τίποτα μόνες τους χωρίς τη βοήθεια του ιδιωτικού τομέα, της ακαδημαϊκής κοινότητας ή της κοινωνίας πολιτών. Πρέπει να συνεργαστούν σε επίπεδο δήμων αλλά και να γεφυρώσουν το χάσμα με τους stakeholders σε εθνικό επίπεδο.
Το περιβάλλον είναι η Νο 1 ανησυχία των νέων, είπε η κυρία Marja Ruotanen, Director of Human Dignity and Equality στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης. Όλοι οι δείκτες για το κλίμα χειροτερεύουν αλλά κάτι πάει λάθος. Έχουμε ήδη αργήσει και εάν δεν κάνουμε κάτι τώρα, η κατάσταση θα είναι μη αναστρέψιμη.
Σύμφωνα με την κ. Ruotanen, πριν από δύο μέρες συνέβη κάτι ρηξικέλευθο: το Συμβούλιο της Ευρώπης υιοθέτησε στο Στρασβούργο ένα report όπου διατυπώνονται μακρόπνοες προτάσεις, που προβλέπουν τη μετατροπή των πολιτικών σε αρχές. Βάσει του report, ζητείται από τα κράτη μέλη να μετακινηθούν σε νομικά δεσμευτικά πρότυπα για το περιβάλλον. Ζητείται πολύ συγκεκριμένο, πρόσθετο πρωτόκολλο ώστε να ξεκαθαριστεί ότι πρόκειται για μια νομικά δεσμευτική αρχή και όχι πια για πολιτική, διότι οι πολιτικές δεν φέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, εξήγησε η κ. Ruotanen.
Όπως είπε, είναι σημαντικό οι βουλευτές από όλα τα κράτη-μέλη του ΣτΕ να συμμετέχουν διότι είναι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των κρατών αλλά και αυτοί που διαχειρίζονται τους πόρους. Και η ίδια τόνισε την ανάγκη για ολιστικές, εγκάρσιες πολιτικές. Δεν αρκεί ένα υπουργείο να κάνει κάτι, αντίθετα απαιτείται η σύνδεση μεταξύ των stakeholders.
O Paul Nelson, Founding Principal του Resilient Cities Catalyst, μίλησε για τη δύναμη, σε όλο τον κόσμο, της οικοδόμησης διατομεακών δικτύων και κοινοτήτων από διαφορετικούς δρώντες. Είτε αυτή επιτυγχάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσω της οικοδόμησης ενός δικτύου πόλεων που ανταλλάζουν πρακτικές, ακόμη και αποτυχημένες που λειτουργούν ως δίδαγμα, είτε σε τοπικό επίπεδο, όπου δημιουργείται ένα οικοσύστημα τοπικών δρώντων (πολίτες, δημοτικές υπηρεσίες, ιδιοκτήτες επιχειρήσεις).
Και αυτή είναι η δύναμη του γενναίου οράματος της πρωτοβουλίας για έναν κόμβο κλιματικής αλλαγής: ότι συγκεντρώνει σε ένα μέρος την ακαδημαϊκή κοινότητα, τους μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, τις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα κλπ
Ο κύριος Nelson θεωρεί σημαντικό ότι όσο θα χτίζεται η πλατφόρμα του προγράμματος θα πρέπει ο σχεδιασμός της να γίνεται μαζί με τους χρήστες, μαζί με τους κατοίκους. Να αποκτήσουν μια αίσθηση συνιδιοκτησίας και να χτιστούν γέφυρες ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη συνεργασία και περιθώριο δράσης.
Έφερε το παράδειγμα της αντιμετώπισης της διάβρωσης της ακτής του Σαν Ντιέγκο. Δημιουργήθηκε ένα ψηφιακό δίκτυο δρώντων το οποίο, μέσω της συνεργασίας, κατέληξε σε τέσσερα βιώσιμα μονοπάτια, ένα από τα οποία ήταν η σύσταση ενός fund χρηματοδότησης.
Τη σημασία της συλλογικής αντιμετώπισης ανήγαγε σε παγκόσμιο επίπεδο ο κ. Jason Rhys Parryτου τομέα Έρευνας και Ανάπτυξης της Sapienship, μιλώντας για αλληλοεπικάλυψη προβλημάτων που περιπλέκουν το ένα το άλλο.
Έφερε ως παράδειγμα τον πόλεμο που κάνει τις πόλεις πεδία μάχης αλλά και στόχους για να τον συνδέσει με την κλιματική αλλαγή: η κλιματική αλλαγή καθιστά τις πολεμικές συγκρούσεις πιο πιθανές. Ο πόλεμος συνδέεται επίσης με την κληρονομιά που αφήνει στο περιβάλλον, είτε πρόκειται για εξαντλημένο ουράνιο που προκαλεί γενετικές ανωμαλίες είτε για τοξικά χημικά – τα προβλήματα μένουν στο περιβάλλον πολύ καιρό μετά τον πόλεμο.  
Αντίστοιχες προκλήσεις παρουσιάζουν οι επαναστατικές τεχνολογίες. Όπως εξήγησε ο κύριος Parry, πόλεις σε όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Αθήνας επενδύουν σε projects (κάμερες, αισθητήρες) για να κάνουν τις πόλεις τους «έξυπνες». Τις καθιστούν όμως ταυτόχρονα επιρρεπείς σε επιθέσεις χάκερ, βάζοντας τις απειλές της κυβερνοασφάλειας στον ιστό της καθημερινότητάς μας. Στο μεταξύ, ο ίδιος ο κυβερνοχώρος έχει μεγάλη όρεξη για φυσικούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους, ειδικά για ενέργεια, νερό, ορυκτά. Καθώς οι άνθρωποι χρησιμοποιούν την τεχνολογία για να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα στην αστική ζωή τους, συμφιλιώνουν το οικολογικό κόστος του απανταχού παρόντος computing με τα δυνάμει οφέλη, σημείωσε ο κ. Parry. Για χιλιάδες χρόνια οι πόλεις ήταν το εκκολαπτήριο της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Και τώρα οι πόλεις του κόσμου μπορούν να ενωθούν και να λύσουν το πρόβλημα.
Ο κ. Parry έκλεισε με μια φράση του Ρώσου Nikolai Fedorov: «Τα ανθρώπινα όντα είναι το μέσο με το οποίο σκέφτεται ο πλανήτης». Τον συντονισμό του πάνελ ανέλαβαν, η κα. Κωνσταντίνα Καρύδη, Senior Director/Advisor Resilience & Global Urban Affairs, Urban Innovative Actions Expert και ο Αντώνης Κεφαλάς, Οικονομολόγος και Αντιπρόεδρος, The Democracy and Culture Foundation.