Στα ύψη έχουν φτάσει οι δανειακές υποχρεώσεις της ΔΕΗ, με την εταιρεία συμβούλων McKinsey να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη βιωσιμότητας της επιχείρησης, προτείνοντας περικοπές δαπανών ύψους 500 εκατ. ευρώ κατ’ ελάχιστον μέσα στο 2018 προκειμένου να απομακρυνθεί ο κίνδυνος της έκθεσης σε υπέρμετρο δανεισμό με ο,τι αυτό συνεπάγεται, λόγω της ανάγκης αποπληρωμής υψηλών δανειακών υποχρεώσεων την επόμενη χρονιά (2019).
Για φέτος η εταιρεία έχει μπροστά της πληρωμές ύψους 400 εκατ. ευρώ. Από αυτά τα 215 εκατ. ευρώ αφορούν σε ελληνικές τράπεζες και 190 εκατ. ευρώ στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Για το 2019 λήγει το ομόλογο των 500 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων τα 150 εκατ. ευρώ η εταιρία κάλεσε τους ομολογιούχους για πρόωρη εξαγορά τους). Επίσης σε 1,3 δισ. ευρώ ανέρχεται το ύψος του κοινοπρακτικού δανείου των ελληνικών τραπεζών και περί τα 200 εκατ. ευρώ αφορούν σε δάνειο της ΕΤΕπ.
Συνολικά οι υποχρεώσεις της για το 2018 αγγίζουν τα 1,8 δισ. ευρώ.
Σε σχέση με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές πελατών της επιχείρησης, παραμένουν σχεδόν αμετάβλητες με ανοδική τάση . Οι απλήρωτοι λογαριασμοί κινούνται γύρω στα επίπεδα των 2,4 με 2,5 δισ. ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζονται τα διακανονισμένα χρέη.
Σύμφωνα με τη διαπίστωση του συμβούλου η σχέση της λειτουργικής κερδοφορίας EBITDA και δανεισμού είναι μη βιώσιμη και θα πρέπει η ΔΕΗ ήδη από φέτος, ενόψει των μεγάλων υποχρεώσεων που έχει για αναχρηματοδοτήσεις, να προχωρήσει σε σημαντικές εξοικονομήσεις της τάξης των 500 εκατ. ευρώ. Η εξοικονόμηση κόστους μπορεί να προκύψει είτε από μέτρα αύξησης εσόδων από ανείσπρακτες οφειλές, άνοδο της λιγνιτικής παραγωγής, είτε και από νέο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου εργαζομένων.