Στο νομοσχέδιο του υπουργείου Νησιωτικής Πολιτικής, που κατατέθηκε για διαβούλευση στη Βουλή, καθιερώνεται πρώτη φορά στη χώρα μας ανώτατο όριο ηλικίας πλωτών μέσων μεταφοράς ναυτιλιακού καυσίμου.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η διάταξη ήταν επιθυμία του Μαξίμου μετά το ναυάγιο τού «Αγία Ζώνη ΙΙ». Η απαγόρευση της χρήσης πλωτών μέσων άνω των 30 ετών γίνεται σταδιακά.
Από 1ης Ιανουαρίου 2018 απαγορεύεται η μεταφορά καυσίμων με πλωτά μέσα που έχουν «κτισθεί» πριν από 50 χρόνια, ένα χρόνο αργότερα πρέπει να αποσυρθούν τα πλωτά μέσα που έχουν καθελκυσθεί πριν από 40 χρόνια, ενώ από την 1η Ιανουαρίου 2022 το ίδιο ισχύει και για τα πλωτά μέσα 30 ετών. Πλωτά μέσα θεωρούνται τα πλοία ανεφοδιασμού, τα δεξαμενόπλοια (σλέπια) και οι πετρελαιοφορτηγίδες.
Αλλά και τα πλοία ηλικίας 20 ετών θα επιτρέπεται να δραστηριοποιούνται εφόσον ανταποκρίνονται στις πρόσθετες διατάξεις που θα καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που πρέπει να εκδοθεί ένα δίμηνο από την έναρξη ισχύος του νόμου. H διάταξη αυτή, το άρθρο 109 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου, περιλαμβάνεται σε ένα πλέγμα διατάξεων (ενίσχυσης των νηογνωμόνων, απαγόρευσης της προσωρινής παράτασης των πιστοποιητικών, δημιουργία σώματος αδιαφθόρων στο υπουργείο Ναυτιλίας).
Σειρά διατάξεων φιλελευθεροποιεί το καθεστώς υπό το οποίο συγκεντρώνονται τα απόβλητα στα λιμάνια, ενώ άλλη διάταξη υποχρεώνει τα πλοία να είναι ασφαλισμένα και η ασφάλεια να αναλαμβάνει τη δαπάνη για τη ναυαγιαιρεσία. Το μέτρο αποσκοπεί στο να μη δίνονται κίνητρα ώστε πλοιοκτήτες να αφήνουν σε θαλάσσιες «μάνδρες», τύπου κόλπος της Ελευσίνας, πλοία που έχουν ναυαγήσει. Και η Ν.Δ. υποστηρίζει αρκετές από τις διατάξεις του νομοσχεδίου που θα έπρεπε από καιρό να έχουν ενταχθεί στο εθνικό νομικό πλέγμα.
Η διάταξη του άρθρου 109 αφορά στην Ελλάδα 30 πλωτά μέσα και εξαιρεί τα σλοπ που επεξεργάζονται υπολείμματα και δεν θεωρούνται πλωτά μέσα μεταφοράς, μπορούν ωστόσο να προκαλέσουν ρύπανση.
Οδηγούν, λένε οι ιδιοκτήτες μικρών δεξαμενοπλοίων που κάνουν ανεφοδιασμούς πλοίων, σε συγκέντρωση του κλάδου σε μεγαλύτερες εταιρείες – κάποιες από αυτές, πάντως, που διαθέτουν παλιά πλοία αντιδρούν στη διάταξη – και αυξάνουν το κόστος μεταφοράς, που στη χώρα μας είναι σχετικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες πολύ μικρό.
Οι μικροί πλοιοκτήτες αντιδρούν στην επιβολή της διάταξης, θεωρώντας ότι με τη μετατροπή παλαιότερων πλοίων σε «διπλού τοιχώματος» (σ.σ.: από το 2009) έλαβαν τα αναγκαία για την προστασία του περιβάλλοντος μέτρα.
Σε παραστάσεις που έκαναν στο υπουργείο Νησιωτικής Πολιτικής ανέφεραν ότι τα πλοία όσων έχουν συμβόλαια θα απαξιωθούν απότομα, φθάνοντας στο 1/8 της αξίας τους και θα μπορούν να πουληθούν μόνο για σκραπ.
Οι ίδιοι πλοιοκτήτες επιμένουν ότι οι διατάξεις του άρθρου 109 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου είναι αντίθετες στο ευρωπαϊκό δίκτυο ανταγωνισμού, καθώς αφορούν μόνο τα πλωτά μέσα μεταφοράς καυσίμων και όχι τα υπόλοιπα πλοία.