Η Κίνα και η Ινδία κατέκτησαν την πρώτη και δεύτερη θέση αντίστοιχα στο Δείκτη Ελκυστικότητας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Renewable energy country attractiveness index – RECAI), αφήνοντας πίσω τις άλλοτε επικρατούσες ΗΠΑ.
Η πτώση των ΗΠΑ στην τρίτη θέση της κατάταξης των 40 κορυφαίων χωρών – για πρώτη φορά από το 2015 – ακολουθεί μία σημαντική αλλαγή της αμερικανικής πολιτικής υπό τη νέα διοίκηση.
Η έκθεση επισημαίνει ότι τα εκτελεστικά διατάγματα της αμερικανικής κυβέρνησης, τα οποία ανατρέπουν μία σειρά από πολιτικές για την κλιματική αλλαγή της προηγούμενης διοίκησης, αναβιώνουν την αμερικανική βιομηχανία άνθρακα και αναθεωρούν το Σχέδιο για Καθαρή Ενέργεια (Clean Power Plan), υποβαθμίζοντας έτσι την επενδυτική ελκυστικότητα των ΗΠΑ ως προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
Στην Κίνα, ο Εθνικός Οργανισμός Ενέργειας (National Energy Administration – NEA) ανακοίνωσε τον Ιανουάριο του 2017 ότι θα δαπανήσει 363 δισ. δολάρια για την ανάπτυξη της δυναμικότητας των ΑΠΕ ως το 2020. Με την επένδυση αυτή, η οποία θα δημιουργήσει 13 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, οι ΑΠΕ θα αντιπροσωπεύουν το 50% της νέας παραγωγικής ικανότητας, σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΝΕΑ.
Η Κίνα σχεδιάζει, επίσης, να δρομολογήσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα εμπορεύσιμων πράσινων πιστοποιητικών, τα οποία θα αποδεικνύουν ότι οι διαχειριστές των μονάδων έχουν παράξει καθαρή ενέργεια και μπορούν να πωλούν στους καταναλωτές. Η χώρα δεσμεύτηκε, παράλληλα, να μειώσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά 18% ανά μονάδα οικονομικής ανάπτυξης μέχρι το 2020, βάσει της συμφωνίας των Παρισίων.
Η Ινδία συνέχισε την ανοδική της πορεία στο δείκτη, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση, με το κυβερνητικό της πρόγραμμα για την κατασκευή μονάδων ΑΠΕ ισχύος 175GW ως το 2022 και την αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο 40% της εγκατεστημένης δυναμικότητας έως το 2040. Η χώρα έχει προσθέσει πάνω από 10GW ηλιακής ισχύος τα τελευταία τρία χρόνια – ξεκινώντας από μια χαμηλή βάση των 2,6GW το 2014.
Οι οικονομικά βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις ΑΠΕ, σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για την ασφάλεια του εφοδιασμού, ενθαρρύνουν όλο και περισσότερες χώρες να υποστηρίξουν ένα μέλλον καθαρής ενέργειας. Με βάση τα παραπάνω, το Καζακστάν (37), ο Παναμάς (38) και η Δομινικανή Δημοκρατία (39) συμπεριλαμβάνονται για πρώτη φορά στο δείκτη.
Στην 32η θέση της κατάταξης η Ελλάδα
Στην 49η έκδοση του δείκτη, η Ελλάδα έχει ανέβει στην 32η θέση, μετά την Ταϊλάνδη και πριν από τη Νότιο Κορέα, από την 40η και τελευταία θέση που βρισκόταν στις δύο προηγούμενες εκδόσεις του δείκτη. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η κατάταξη της χώρας μας αποτελεί την καλύτερη που έχει σημειώσει στο δείκτη από το 2013. Η βελτίωση αυτή της θέσης της Ελλάδας στο δείκτη οφείλεται τόσο στις γενικότερες προσπάθειες βελτίωσης της ελληνικής οικονομίας, όσο και σε μία σειρά από ενέργειες, οι οποίες αναμένονται να βελτιώσουν την ελκυστικότητα των ΑΠΕ στη χώρα μας.
Μεταξύ άλλων, θετικά μηνύματα εκπέμπει η διάθεση νέων κονδυλίων χρηματοδότησης, τόσο από διεθνείς οργανισμούς, όσο και από την Ε.Ε. Το Δεκέμβριο του 2016, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (European Investment Bank – ΕΙΒ) συμφώνησε να χρηματοδοτήσει τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες με €85 εκατ. για την ανακατασκευή (repowering) και κατασκευή 14 αιολικών πάρκων και 4 μικρών υδροηλεκτρικών μονάδων.
Επιπλέον, το Φεβρουάριο του 2017 ανακοινώθηκε το πρόγραμμα GREF της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (European Bank for Reconstruction and Development – EBRD), το οποίο προβλέπει τη διάθεση €300 εκατ., τόσο για επενδύσεις σε ΑΠΕ στην Ελλάδα, όσο και για τον εκσυγχρονισμό και τις επεκτάσεις των δικτύων ηλεκτρισμού.
Σε επίπεδο Ε.Ε., η αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου (ETS) κατέληξε με την εισαγωγή άρθρου, το οποίο προβλέπει τη δημιουργία ειδικού ταμείου για την απανθρακοποίηση του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος, μέσω των εσόδων εκπλειστηριασμού 20 εκατ. δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (με τα άμεσα έσοδα για τη χώρα να εκτιμώνται σε €400 εκατ. για τη δεκαετία 2021-2030) για τη συγχρηματοδότηση υποδομών. Το ειδικό αυτό ταμείο φέρει ως σκοπό την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα των μη διασυνδεδεμένων νησιών, κυρίως μέσω της διασύνδεσής τους με το ηπειρωτικό δίκτυο.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι το 2016 καταγράφηκε ως η δεύτερη καλύτερη χρονιά μετά το 2010 σε εγκαταστάσεις νέων αιολικών πάρκων, με την ισχύ των νέων αιολικών πάρκων να ανέρχεται σε 238,6MW, που αναλογεί σε αύξηση της τάξεως του 11,2% σε σχέση με το 2015.
Παρόλα αυτά, η Ελλάδα το Μάρτιο του 2017 χρειαζόταν ακόμα περίπου 6,9GW εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ για να επιτύχει τους στόχους της για το 2020, με την εγκατεστημένη ισχύ των αιολικών να βρίσκεται μόλις στο 1/3 του αντίστοιχου στόχου. Το ρυθμιστικό πλαίσιο στην Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει ευνοϊκό για την περαιτέρω ανάπτυξη του αιολικού δυναμικού προς επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για το 2020.
Ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, εταίρος και επικεφαλής του τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της ΕΥ Ελλάδος, αναφέρει σχετικά: «Η άνοδος της Ελλάδας κατά οκτώ θέσεις στο δείκτη της ΕΥ λαμβάνει χώρα σε ένα γενικότερο πλαίσιο όπου παρατηρούνται σημάδια βελτίωσης των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
«Βρισκόμαστε πλέον στο σημείο όπου η χώρα φαίνεται να ανακτά σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον στις ΑΠΕ, ειδικά στο χώρο της αιολικής ενέργειας. Παρόλα αυτά, είναι επιτακτική η ανάγκη να πραγματοποιηθούν επιπλέον επενδύσεις στον τομέα των ΑΠΕ, ώστε η Ελλάδα να πλησιάσει πιο κοντά στους συμφωνηθέντες στόχους για το 2020. Παράλληλα, γίνονται βήματα για την εκμετάλλευση του τεράστιου δυναμικού ΑΠΕ της Ελλάδας, το οποίο, σε μεγάλο βαθμό, παραμένει ανεκμετάλλευτο, εξαιτίας κυρίως ελλιπούς νομοθετικού πλαισίου και γραφειοκρατικών εμποδίων. Η αντιμετώπιση αυτών των αντικινήτρων μπορεί να προσελκύσει σημαντικές επενδύσεις σε έναν κλάδο που έχει χαρακτηρισθεί σημαντικός για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας».