Τα μηνύματα ότι η κατάσταση με τις εισαγωγές ρωσικού αερίου στην Ευρώπη τείνει να ξεφύγει, ότι οι ροές μέσω αγωγών πολλαπλασιάζονται, όπως και οι αφίξεις LNG στα ισπανικά, βελγικά και γαλλικά λιμάνια, αυξάνονται καθημερινά, ωστόσο είναι η πρώτη φορά που ένας Επίτροπος φτάνει στο σημείο να «καρφώσει» δημόσια χώρες, μιλώντας για επικίνδυνες πολιτικές επιλογές.
«Το έχω ξαναπεί και θα το ξαναπώ: δεν υπάρχουν δικαιολογίες, η ΕΕ μπορεί να ζήσει χωρίς αυτό το ρωσικό αέριο. Εάν τα κράτη μέλη προτιμούν να συνεχίσουν να εισάγουν ρωσικό φυσικό αέριο, και το κάνουν ακόμη και πέρα από τα υφιστάμενα συμβόλαια ή εάν επιθυμούν να υπογράψουν νέες συμφωνίες για νέες δυναμικότητες, θέλω να είμαι σαφής: δεν είναι αναγκαιότητα. Είναι μια πολιτική επιλογή και μάλιστα επικίνδυνη», είπε χθες κατά τη συνέντευξη Τύπου μετά το Συμβούλιο Υπ. Ενέργειας η απερχόμενη Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον, έχοντας δίπλα της τον ούγγρο προεδρεύοντα, Αττίλα Στάινερ, και υπονοώντας την χώρα του (αλλά όχι μόνο).
Τη περασμένη εβδομάδα η Ουγγαρία ανακοίνωσε ότι θα υπογράψει με τη Gazprom μια νέα συμφωνία, προκειμένου να αξιοποιήσουν πλήρως τις υποδομές του TurkStream, του ενός εκ των δύο αγωγών μέσω των οποίων η Ρωσία συνεχίζει να εξάγει αέριο προς την Ευρώπη, και την Ελλάδα.
Το τάιμινγκ συμπίπτει με την απόφαση της κυβέρνησης Ζελένσκι να μην ανανεώσει στα τέλη του 2024 τη σύμβαση μεταφοράς transit ρωσικού αερίου προς την ΕΕ, μέσω του δεύτερου εναπομείναντα και σοβιετικής κατασκευής αγωγού που διασχίζει την Ουκρανία. Ο ρωσικός στόχος προφανής: Η αναπλήρωση μέσω άλλων οδών, όσων περισσότερων από τα 14 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα που μετέφερε πέρυσι ο αγωγός της Ουκρανίας, και που διαφορετικά θα χαθούν.
Ηθικό βάρος και πραγματικότητα
Η Ουγγαρία, δεν είναι μόνη χώρα- μέλος που «φωτογράφισε» η Σίμσον, την οποία στα τέλη του έτους διαδέχεται ο Δανός Νταν Γιόργκενσεν. Η Αυστρία, η Σλοβακία, η Ιταλία, η Ρουμανία, η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις χώρες που άμεσα ή έμμεσα συνεχίζουν να εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο μέσω αγωγών, ενώ το Βέλγιο, η Γαλλία και η Ισπανία συγκαταλέγονται σε αυτές που καταναλώνουν σημαντικές ποσότητες ρωσικού LNG.
Στο χθεσινό Συμβούλιο Υπ. Ενέργειας που είχε και ελληνικό ενδιαφέρον, καθώς μεταξύ άλλων συζήτησε τη πρόταση των «τριών» για το ρεύμα η Κ. Σίμσον προειδοποίησε για τον κίνδυνο οπισθοδρόμησης, μετέφερε στους υπουργούς τη βαθιά της ανησυχία για τους αυξημένους όγκους ρωσικού φυσικού αερίου προς την ΕΕ τους τελευταίους μήνες, και τους ζήτησε «να χρησιμοποιήσουν το ηθικό τους βάρος για να μεταφέρουν στις εταιρείες ότι δεν είναι σωστό να πληρώνουν τη Ρωσία με κεφάλαια, με τα οποία χρηματοδοτεί το πόλεμο στην Ουκρανία».
Πέρα όμως από την επίκληση του ηθικού κινδύνου, η απερχόμενη Επίτροπος δεν είπε κουβέντα για τις τιμές, για ποιο λόγο το ρωσικό αέριο βρίσκει τόσους πολλούς αγοραστές, καθώς και ότι η Κομισιόν κάνει εδώ και δύο περίπου χρόνια τα στραβά μάτια. Μπορεί η Μόσχα να κάνει dumping στις τιμές, όπως είπε προ ημερών ο αμερικανός υφυπ. Εξωτερικών Τζ. Πάιατ, και να πουλά και κάτω του κόστους, (μέχρι και 10 ευρώ τη μεγαβατώρα, όπως λέγεται, έναντι 40 ευρώ του αμερικανικού LNG), ώστε να πάρει μερίδια και να κλείσει την αγορά σε τρίτους, ωστόσο αυτό δεν είναι κάτι που προέκυψε χθες.
Συμβαίνει ανελλιπώς από τις αρχές του 2023 και στη πραγματικότητα είναι κάτι που μέχρι σήμερα βολεύει τους πάντες (πλην των αμερικανών). Τις Βρυξέλλες, γιατί το σχετικά φθηνό και χωρίς κυρώσεις ρωσικό αέριο ηρέμησε τις ενεργειακές αγορές μετά την εισβολή στην Ουκρανία, τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις γιατί η πανάκριβη ενέργεια αποτελεί παρελθόν, και τους ευρωπαίους πολίτες γιατί απολαμβάνουν μέχρι σήμερα σχετικά ανεκτές τιμές.
Η χρονιά που θα σπάσει τη πτωτική τάση
Απλώς η κατάσταση τείνει πλέον να ξεφύγει και από γεωπολιτικής σκοπιάς, σε συνδυασμό και με τις δυσάρεστες εξελίξεις στα πολεμικά μέτωπα της Ουκρανίας, δύσκολα γίνεται ανεκτή. Η χαλαρότητα με την οποία αντιμετώπισε η Ευρώπη το ρωσικό αέριο, με το που απομακρύνθηκε ο κίνδυνος των μπλακ -άουτ, επέτρεψε τη γιγάντωση των ρωσικών εισαγωγών.
«Από το 2022 μειώνουμε κάθε χρόνο αυτές τις εισαγωγές. Δεν πρέπει να αφήσουμε το 2024 να γίνει η χρονιά που θα σπάσει αυτή την τάση», είπε η Σίμσον και όλα δείχνουν ότι θα επιβεβαιωθεί.
Αν και από το 45,5% του 2019, το μερίδιο του ρωσικού αερίου στην ΕΕ έφτασε να πέσει πέρυσι κάτω από 15%, φέτος κινείται άνω του 16%, αλλά σε επιμέρους αγορές (Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβακία), ξεπερνά κατά πολύ το 90%.

Γράφει ο Γιώργος Φιντικάκης – Πηγή: euro2day.gr