Ο ρόλος της Ρωσίας ως παγκόσμιου ενεργειακού παίκτη πρόκειται να περιοριστεί, ενώ οι ΗΠΑ και το Κατάρ είναι πρώτοι μεταξύ πολλών χωρών- παραγωγών που είναι έτοιμες να καλύψουν το «κενό». Αυτό είναι το συμπέρασμα των εκτιμήσεων αναλυτών σύμφωνα με το CNBC.
«Το παγκόσμιο μερίδιο εφοδιασμού LNG της Ρωσίας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μειωθεί αυτή τη δεκαετία», δήλωσε στο CNBC ο Henning Gloystein, διευθυντής ενέργειας, κλίματος και φυσικών πόρων στην Eurasia Group. Σημείωσε, ωστόσο, ότι ο ρόλος της στον χώρο του υγροποιημένου φυσικού αερίου υποχωρούσε ακόμη και πριν από την εισβολή της χώρας στην Ουκρανία πέρυσι.
Οι δυτικές κυρώσεις, οι οποίες προέκυψαν από την επίθεση στην Ουκρανία, υπονόμευσαν περαιτέρω τις περισσότερες ξένες επενδύσεις στον τομέα LNG της Ρωσίας.
Η αδυναμία της να αγοράσει μονάδες υγροποίησης (οι οποίες επιτρέπουν τη μετατροπή του φυσικού αερίου σε LNG) θα εμποδίσει τους φιλόδοξους στόχους της, δήλωσε ο διευθυντής φυσικού αερίου της S&P, Zι Σιν Τσονγκ.
«Σε αυτή τη δεκαετία, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τη Ρωσία να επεκτείνει την ικανότητα υγροποίησης, δεδομένων των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη χώρα», όπως ανέφερε ο Τσονγκ.
Πρόσθεσε ότι η συνολική δυναμικότητα των εγκαταστάσεων LNG της Ρωσίας να παράγουν φυσικό αέριο θα παραμείνει σταθερή στους 37 εκατομμύρια τόνους τα επόμενα χρόνια.
Την ίδια ώρα, μέχρι το 2030, η συνολική παγκόσμια χωρητικότητα ΥΦΑ θα αυξηθεί κατά 50% σε 671 εκατομμύρια τόνους ετησίως – και το μερίδιο της Ρωσίας σε αυτή την πίτα αναμένεται να μειωθεί στο 5% από το τρέχον 6,7%, κατά την S&P.
Η σταδιακή υποχώρηση
Το 2021 πριν από την εισβολή της στην Ουκρανία, η Ρωσία ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο, καθώς και ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας LNG μετά την Αυστραλία, το Κατάρ και τις ΗΠΑ. Και αυτές οι τρεις χώρες μαζί με άλλες αναμένεται να καλύψουν το κενό που δημιουργείται σταδιακά στην αγορά.
«Θα δούμε πολύ μεγαλύτερη έμφαση σε άλλα μέρη όπως οι ΗΠΑ, η Μοζαμβίκη και η Αυστραλία», δήλωσε ο Τσονγκ. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι το πρώτο εξάμηνο του 2022, οι ΗΠΑ ξεπέρασαν το Κατάρ και την Αυστραλία και έγιναν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ΥΦΑ στον κόσμο, σύμφωνα με την Energy Information Administration που επικαλείται στοιχεία του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Cedigaz.
Έτσι, κατά τον αναλυτή της S&P, μέχρι το 2030, οι ΗΠΑ θα κατακτήσουν το 25% της παγκόσμιας χωρητικότητας ΥΦΑ και το Κατάρ θα ακολουθήσει με το 19%.
Από την πλευρά του, ο Χέννινγκ της Eurasia ανέφερε επίσης τις ΗΠΑ και το Κατάρ ως τους «κύριους ωφελημένους» καθώς η Ρωσία απομακρύνεται από την παγκόσμια αγορά του LNG.
«Τα νέα έργα και οι επεκτάσεις σε υπάρχουσες εγκαταστάσεις στις ΗΠΑ όπως και η μαζική ανάπτυξη του North Field του Κατάρ έχουν επιταχυνθεί σημαντικά καθώς η Ευρώπη βασίστηκε πέρυσι στην αγορά ΥΦΑ», όπως ανέφερε.
Εκτός από τις ΗΠΑ και το Κατάρ, οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου είναι επίσης στη λίστα των υποψήφιων να επωφεληθούν, καθώς η περιοχή είναι γεωγραφικά κατάλληλη για να αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο αγωγών προς τη Νότια Ευρώπη και ειδικότερα την Ιταλία, την Ελλάδα και την Κροατία.
«Το LNG της Ανατολικής Αφρικής, συμπεριλαμβανομένης της Μοζαμβίκης και ενδεχομένως και της Τανζανίας, μπορεί επίσης να επωφεληθεί», πρόσθεσε ο Χέννινγκ.
Η φθίνουσα θέση του LNG και το REPowerEU
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι το «παράθυρο ευκαιρίας είναι σχετικά στενό» δεδομένης της προσπάθειας της Ευρώπης να μειώσει τη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου μέσω των επερχόμενων περιορισμών στη χρήση του και των επενδύσεων σε εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσίασε το σχέδιο REPowerEU λίγο μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, με στόχο την αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας στο 45% μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Αυτό συμβαδίζει με τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της Ε.Ε. για απαλλαγή από τον άνθρακα, δήλωσε στο CNBC ο Πάβελ Μολτσάνοβ, διευθύνων σύμβουλος στην επενδυτική τράπεζα Raymond James.
«Η επέκταση των ΑΠΕ σημαίνει ότι ο ρόλος του φυσικού αερίου, όπως βεβαίως και του άνθρακα, μειώνεται με την πάροδο του χρόνου», όπως είπε.

Πηγή: newmoney.gr