Στη διαμάχη μεταξύ των δύο πανίσχυρων κρατικών εταιρειών της Ρωσίας, Rosneft και Transneft, για την υπόθεση του «μολυσμένου πετρελαίου» αποδίδεται η μείωση της ρωσικής παραγωγής στο χαμηλό τριετίας στις αρχές Ιουλίου.
Η Transneft, το κρατικό μονοπώλιο της Ρωσίας που κατέχει το μεγαλύτερο δίκτυο μεταφοράς πετρελαίου στον κόσμο, έχει περιορίσει δραματικά τις ποσότητες «μαύρου χρυσού» που μεταφέρει από τη Yuganskneftegaz – τη μεγαλύτερη θυγατρική της Rosneft, ενός κολοσσού στον ενεργειακό κλάδο της χώρας.
Οι διοικήσεις των δύο πανίσχυρων εταιρειών αντιμάχονται για τα αίτια του μολυσμένου πετρελαίου που βρέθηκε στον αγωγό Ντρούζμπα, μήκους 5.500 χιλιομέτρων, ο οποίος προμηθεύει με ενέργεια την Ανατολική Ευρώπη.
Πελάτες της Transneft αναμένεται να διεκδικήσουν αποζημιώσεις, αν και το μέγεθος της ζημιάς δεν έχει προσδιοριστεί ακόμη, καθώς το πρόβλημα που προέκυψε είναι «πρωτόγνωρο», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας στο πρακτορείο Bloomberg.
Οι επικεφαλής των Rosneft και Transneft, ο 58χρονος Ιγκορ Σετσίν και ο 68χρονος Νικολάι Τοκάρεφ αντίστοιχα, έχουν διαφωνήσει και σε άλλα θέματα στο παρελθόν. Αυτή τη φορά όμως, η χώρα υπέστη σημαντική οικονομική και υλική ζημία ενώ παράλληλα δέχθηκε πλήγμα στην αξιοπιστία της, όπως τόνισε ο Πούτιν σε συνάντηση με τον Τοκάρεφ.
Σενάρια θέλουν το μολυσμένο πετρέλαιο να ήταν αποτέλεσμα δολιοφθοράς. Ωστόσο, τίθεται και ζήτημα ανεπάρκειας στους ποιοτικούς ελέγχους. Σε κάθε περίπτωση, η τρέχουσα συγκυρία είναι κρίσιμη για την πετρελαϊκή βιομηχανία της Ρωσίας. Ο συγκεκριμένος κλάδος έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομία της Ρωσίας, η οποία συναγωνίζεται σήμερα τις ΗΠΑ στην παγκόσμια αγορά ενέργειας.
Τέλη Απριλίου το πρακτορείο Reuters είχε αποκαλύψει πως η Λευκορωσία ενημέρωσε πετρελαϊκές εταιρείες και διυλιστήρια στην Πολωνία, την Ουκρανία, την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και την Τσεχία πως το πετρέλαιο που διοχετευόταν μέσα από τον αγωγό Ντρούζμπα ήταν «βαρύτατα μολυσμένο» με υψηλά επίπεδα οργανικών χλωριούχων στοιχείων. «Σας ζητάμε να λάβετε άμεσα όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποφύγετε ενδεχόμενες απώλειες και άλλες παρενέργειες», αναφερόταν σε επιστολή της Gomeltransneft, της κρατικής εταιρείας μεταφοράς πετρελαίου της Λευκορωσίας, που εστάλη σε όλους τους ενδιαφερομένους τις ημέρες του Πάσχα.
Μέσα στις επόμενες δέκα ημέρες, διυλιστήρια και πετρελαϊκές εταιρείες μείωσαν τις αγορές πετρελαίου από τη Ρωσία έως και κατά 1 εκατ. βαρέλια σε ημερήσια βάση, οδηγώντας την τιμή του Brent σε επίπεδα υψηλότερα των 75 δολαρίων το βαρέλι.
Αρχές Ιουλίου, η ημερήσια πετρελαϊκή παραγωγή της Ρωσίας υποχώρησε στα 10,79 εκατ. βαρέλια, δηλαδή χαμηλότερα από τα επίπεδα που συμφωνήθηκαν με τον ΟΠΕΚ και άλλα πετρελαιοπαραγωγά κράτη.
Υπολογίζεται, μάλιστα, πως η παραγωγή στη Yuganskneftegaz μειώθηκε κατά 30% από την 1η μέχρι τις 8η Ιουλίου σε σχέση με τον μέσο όρο του Ιουνίου, λόγω της υπόθεσης του μολυσμένου πετρελαίου.
Αυτή την πτώση της παραγωγής απέδωσε η Rosneft στη μείωση των ποσοτήτων που δέχεται πια η Transneft από τη θυγατρική της, Yuganskneftegaz. Από την πλευρά της, η Transneft κατηγόρησε στις αρχές της εβδομάδας τη Rosneft πως εκείνη δεν πραγματοποιεί επαρκείς ποιοτικούς ελέγχους.
Οι δύο εταιρείες είναι αλληλοεξαρτώμενες. Μέσα από τα δίκτυα της Transneft διοχετεύεται το 83% του ρωσικού πετρελαίου, καθιστώντας τη μονοπώλιο στη μεταφορά του ρωσικού πετρελαίου.
Σε ημερήσια βάση, η Transneft μεταφέρει 10 εκατ. βαρέλια πετρελαίου εντός Ρωσίας και εξάγει πάνω από 4 εκατ. βαρέλια. Η Rosneft αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% της παραγωγής «μαύρου χρυσού» στη χώρα. Είναι η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία της Ρωσίας και ο δεύτερος ισχυρότερος κρατικός κολοσσός της Μόσχας μετά τον γίγαντα φυσικού αερίου Gazprom.