Πρόσφατα, ολοκληρώθηκε το μεγαλύτερο τμήμα ενός συστήματος mini τηλεθέρμανσης – τηλεψύξης με γεωθερμία συνολικής θερμικής ισχύος 1,2 Mw, που θα εξυπηρετεί μια πλειάδα δημοτικών κτηρίων του Δήμου Γρεβενών (Δημαρχείο, Παλιό Δασαρχείο, Κέντρο Πολιτισμού, σχολεία ,κλπ).
Ένα έργο πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα τόσο για την πηγή ενέργειας που χρησιμοποιεί –τη γεωθερμία- όσο και στο γεγονός ότι χρησιμοποιείται τεχνολογία αιχμής στην επικοινωνία, διαχείριση, έλεγχος, monitoring, κλπ. Τα αποτελέσματα στην εξοικονόμηση θα είναι εντυπωσιακά καθώς οι κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής κατά τη χειμερινή περίοδο χαρακτηρίζονται από τη μεγάλη διάρκεια (8 μήνες) αλλά και τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες.
Η γεωθερμία έχει το μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων ΑΠΕ (ηλιακή, αιολική) καθώς είναι πάντα διαθέσιμη είτε είναι ημέρα είτε νύχτα, είτε είναι χειμώνας είτε καλοκαίρι, είτε έχει άνεμο είτε όχι. Για αυτό είναι η μοναδική ΑΠΕ που μπορεί να σταθεί σαν πηγή ενέργειας βάσης.
Τι γίνεται όμως και στις άλλες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας όπου επικρατούν παρόμοιες κλιματικές συνθήκες;
Η Κοζάνη, η Πτολεμαϊδα, το Αμύνταιο είχαν επαναπαυθεί στην φθηνή τηλεθέρμανση που προερχόταν από την θερμική απόρριψη των εργοστασίων της ΔΕΗ της περιοχής. Σήμερα, όμως βρίσκονται στο μεταίχμιο της ενεργειακής μετάβασης, που σημαίνει το κλείσιμο όλων των θερμοηλεκτρικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της περιοχής και θα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις άμεσα ώστε να συνεχίζουν να θερμαίνονται από το υπάρχον δίκτυο τηλεθέρμανσης.
Κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορες λύσεις, με τις επικρατέστερες να είναι:
  1. Ηλεκτρολέβητες.
  2. Λέβητες φυσικού αερίου.
  3. Και τώρα τελευταία, την καύση απορριμάτων.
Δυστυχώς, όλες οι παραπάνω λύσεις έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τους βαρύγδουπους τίτλους που έχουν αποδοθεί για την μεταλιγνιτική εποχή περί «πράσινης μετάβασης», «δίκαιης μετάβασης», «βιώσιμη ανάπτυξη», «ψηφιακός μετασχηματισμός», κλπ. Οι ηλεκτρολέβητες είναι ότι πιο ενεργοβόρο θα μπορούσε να προταθεί καθώς ο βαθμός απόδοσης τους είναι μικρότερος από 1.
Η χρήση του φυσικού αερίου χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα τόσο ως προς το κόστος όσο και ως προς τη διαθεσιμότητά του καθώς είναι ένα εισαγόμενο προϊόν και εξαρτάται άμεσα από τις γεωπολιτικές συνθήκες που επικρατούν. Τέλος, όσον αφορά την καύση των απορριμάτων μάλλον τα καυσαέρια τους θα είναι πιο «υγιεινά» από τα καυσαέρια του λιγνίτη!
Ολες οι παραπάνω λύσεις είναι τεχνολογίες του περασμένου αιώνα και θεωρούνται ήδη ξεπερασμένες αφού δεν εναρμονίζονται με τις επιταγές της σύγχρονης εποχής μας. Μία λύση, που ήδη εφαρμόζεται σε αρκετές πόλεις της Ευρώπης και της Β. Αμερικής, είναι η χρήση mega -ΓΑΘ (Γεωθερμική Αντλία Θερμότητας) υψηλών θερμοκρασίων για συστήματα τηλεθερμάνσεων.
Μία γεωθερμική αντλία θερμότητας είναι μία υδρόψυκτη αντλία θερμότητας με κύριο χαρακτηριστικό της, την σταθερή απόδοση της ανεξάρτητα των εξωτερικών θερμοκρασιών που επικρατούν, σε αντίθεση με τις αντλίες αέρος-νερού όπου η απόδοση τους εξαρτάται από την εξωτερική θερμοκρασία.
Μία ΓΑΘ έχει συντελεστή απόδοσης μεγαλύτερο από 4, δηλαδή για κάθε 4 Κw παραγόμενης θερμικής ισχύος απαιτείται 1 Κw ηλεκτρική ενέργεια, τα υπόλοιπα 3 Kw προέρχονται (δωρεάν) από την απορρόφηση ενέργειας από το νερό (που μπορεί να προέρχεται από γεωτρήσεις, ποτάμια, λίμνες ή θάλασσα). Εάν μάλιστα το 1 Κw ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται από ΑΠΕ ( φωτοβολταικά ή αιολικά) τότε το κόστος παραγωγής θερμικής ενέργειας μηδενίζεται.
Στην περίπτωση μας θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι ήδη υπάρχουσες λιμνοδεξαμενές των ΑΗΣ ή ακόμη οι μελλοντικές λιμνοδεξαμενές αντλησιοταμίευσης που σχεδιάζει να κατασκευάσει η ΔΕΗ στα εγκαταλειμμένα λιγνιτωρυχεία της περιοχής.
Βέβαια στον γενικό σχεδιασμό θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι ήδη προαναφερθείσες  προταθείσες λύσεις (ηλεκτρολέβητες, λέβητες φυσικού αερίου, καύση απορριμάτων) με πολύ μικρότερη όμως ισχύ που θα αποτελούν «ψυχρή εφεδρεία» και θα ενεργοποιούνται μόνο για την κάλυψη φορτίων αιχμής ή βλάβης.
Εάν μάλιστα θέλουμε να αξιοποιήσουμε όλα τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι ΓΑΘ και να δοθεί μία αναπτυξιακή προοπτική στην περιοχή, πέρα της φθηνής τηλεθέρμανσης, που κυριολεκτικά θα αλλάξει την εικόνα της σημερινής ερημοποίησής της, προτείνεται η αξιοποίηση της δωρεάν ψύξης που παράγεται κατά τη λειτουργία της θέρμανσης. Είναι γνωστό ότι οι ΓΑΘ όταν παράγουν θέρμανση τότε συγχρόνως παράγουν και δωρεάν ψύξη, δηλ, για κάθε 1 Κw ηλεκτρικής ενέργειας παράγονται 4 Κw θερμική ισχύ και 4 Kw ψυκτική ισχύ οπότε ο συντελεστής απόδοσής τους διπλασιάζεται γίνεται 8.
Πηγή φωτογραφίας: Προσωπικό αρχείο Αργύρη Μπαϊρακλιλή
Θα αναρωτηθεί κάποιος, τι να την κάνω τη ψύξη κατά τη διάρκεια του οκτάμηνου χειμώνα?
1) Όλα τα Κέντρα Δεδομένων (Data centers) για να λειτουργήσουν απαιτούν ψύξη. Ποιος επιχειρηματίας θα αρνιόταν να επενδύσει στην κατασκευή Data centers στην περιοχή όταν θα εξασφάλιζε αδιάλειπτη και φθηνή ψυκτική ενέργεια; Μετατρέποντας έτσι την Δυτική Μακεδονία από πρώην ενεργειακό κέντρο της χώρας, σε κέντρο διαχείρισης δεδομένων της ΝΑ Ευρώπης.
2) Με την αθρόα κατασκευή έργων ΑΠΕ στην περιοχή (φωτοβολταϊκά, αιολικά )είναι απαραίτητη πλέον η κατασκευή συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες – Εnergy Storage System, EES) ώστε να γίνεται  αποδοτικότερη η διαχείριση και έγχυση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας  στο  σύστημα μεταφοράς. Ένα από τα μειονεκτήματα αυτών των συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας είναι ότι απαιτούν ψύξη για να διατηρήσουν υψηλό βαθμό απόδοσης και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής. Ποιος επιχειρηματίας θα αρνιόταν να επενδύσει στην κατασκευή EES  στην περιοχή όταν θα εξασφάλιζε αδιάλειπτη και φθηνή ψυκτική ενέργεια;
3) Όλες οι εγκαταστάσεις βρίσκονται πολύ κοντά στον οδικό άξονα της Εγνατίας οδού και των κάθετων αξόνων της. Με την προσθήκη μάλιστα και της Ε65 (που θα συνδέει την Δυτική Μακεδονία με την Κεντρική Ελλάδα και Αθήνα), η Δυτική Μακεδονία αποκτά εύκολη πρόσβαση σε όλη τη χώρα.
Θα μπορούσαν να γίνουν εγκαταστάσεις logistics αγαθών που χρήζουν ψύξη ή κατάψυξη (π.χ τρόφιμα). Ακόμη θα μπορούσαν να γίνουν μεγάλες εγκαταστάσεις – ψυγεία διατήρησης των αγροτικών προϊόντων της περιοχής από τα ροδάκινα Βελβεντού, πατάτες Πολυμύλου, μήλα Καστοριάς έως τα ροδάκινα Ημαθίας και Πέλλας και τα ακτινίδια Πιερίας  και πολλά ακόμη, προσδίδοντας έτσι προστιθέμενη αξία στα αγροτικά προϊόντα.
Ποιος επιχειρηματίας θα αρνιόταν να επενδύσει στην κατασκευή logistics αγαθών που χρήζουν ψύξη ή κατάψυξη ή  εγκαταστάσεις  -ψυγεία διατήρησης των αγροτικών προϊόντων  όταν θα εξασφάλιζε αδιάλειπτη  και φθηνή ψυκτική ενέργεια;
4) Υπάρχει ένα πλήθος διαφόρων βιομηχανιών που κατά την παραγωγική τους διαδικασία απαιτούν τεράστια ποσά ψυκτικής ενέργειας. Ποιος βιομήχανος θα αρνιόταν να επενδύσει στην κατασκευή της ενεργοβόρου βιομηχανίας του (λόγω ανάγκης χρήσης ψυκτικής ενέργειας) στην περιοχή όταν θα εξασφάλιζε αδιάλειπτη και φθηνή ψυκτική ενέργεια;
Τονίζεται ότι το κόστος παραγωγής  ψυκτικής ενέργειας κατά το χρονικό διάστημα που δεν λειτουργεί η τηλεθέρμανση (θερινή περίοδος) μέσω ΓΑΘ, παραμένει αρκετά πολύ πιο οικονομική λύση από τα συμβατικά συστήματα ψύξης (αερόψυκτοι ψύκτες).
Η παραπάνω πρόταση αποτελεί μία ολιστική αντιμετώπιση του προβλήματος της φθηνής και αξιόπιστης τηλεθέρμανσης των πόλεων της περιοχής  με  ταυτόχρονο ισχυρό πρόσημο αναπτυξιακής πορείας, ικανή να δώσει λύσεις στα αδιέξοδα που δημιουργεί η μεταλιγνιτική εποχή. Εναρμονίζεται πλήρως με τις σύγχρονες επιταγές της εποχής μας περί βιώσιμης ανάπτυξης, πράσινης μετάβασης και ψηφιακού μετασχηματισμού.
Η Δυτική Μακεδονία βρίσκεται στην αρχή της μεταλιγνιτικής εποχής και αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες για να υλοποιήσει μια επιτυχημένη μετάβαση προς ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό και οικονομικό μοντέλο.
Είθε το παράδειγμα της mini– τηλεθέρμανσης των Γρεβενών να αποτελέσει αφορμή για μία εξ’ ολοκλήρου επαναδιατύπωση των αρχών σχεδιασμού λύσεων για την τηλεθέρμανση των πόλεων της Δυτικής Μακεδονίας που πλήττονται άμεσα από τα αποτελέσματα της μεταλιγνιτικής εποχής.

Άρθρο του Αργύρη Μπαϊρακλιλή | Διπλ. Ηλεκτρολόγου Μηχ/κού ΑΠΘ | Geothermal Engineer Expert