Κατατέθηκε χτες στη Βουλή το σχέδιο νόμου «Διαρθρωτικά μέτρα για την πρόσβαση στο λιγνίτη και το περαιτέρω άνοιγμα της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού», το οποίο αφορά στην πολυαναμενόμενη αποεπένδυση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. 
Το εν λόγω νομοσχέδιο μέσα από τις στις 17 σελίδες και τα 9 άρθρα του ορίζει μία fast-track διαδικασία με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, τα οποία προβλέπουν προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού μέσω ανοικτής, διεθνούς, δημόσιας πρόσκλησης από τη ΔEΗ Α.Ε. έως την 31η Μαΐου 2018 και ολοκλήρωσή του με την υπογραφή της σύμβασης αγοραπωλησίας μετοχών και των λοιπών συμβάσεων εντός 6 μηνών από την ημερομηνία έναρξης της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Όπως σημειώνεται από το ΥΠΕΝ, η ΔΕΗ θα παραμείνει πυλώνας της αγοράς ενέργειας υπό το νέο θεσμικό περιβάλλον, που είναι πλήρως εναρμονισμένο με το κοινοτικό δίκαιο. Οι παρεμβάσεις που θα γίνουν, σε εφαρμογή της απόφασης του Ευρωδικαστηρίου, είναι πλήρως συμβατές με τον στρατηγικό σχεδιασμό της Επιχείρησης. 
Η παραγωγική βάση της ΔΕΗ μένει ανέπαφη, με μοναδική εξαίρεση το κομμάτι των λιγνιτικών μονάδων, στο οποίο, έτσι κι αλλιώς, θα πρέπει σταδιακά να υπάρξει αποεπένδυση, στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδίου της Επιχείρησης για στροφή προς τις ΑΠΕ, κάτι που, επίσης, αποτελεί εθνικό στόχο για το ενεργειακό μείγμα. Σημειώνεται ότι δεν πωλούνται υδροηλεκτρικές μονάδες.
Η διαδικασία αποεπένδυσης προέκυψε από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (τέλη 2016) ότι η Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δικαίως καταδίκασε τη ΔΕΗ για δεσπόζουσα θέση στην πρόσβαση σε ορυχεία λιγνίτη. Αρχικά για να θεραπευθεί το πρόβλημα είχε προταθεί να δοθεί πρόσβαση σε ιδιώτες (άρα να απαγορευτεί η πρόσβαση στη ΔΕΗ) σε νέα ορυχεία λιγνίτη.
Δεδομένης της εθνικής στόχευσης για ενίσχυση του μεριδίου των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα (στο πλαίσιο των διεθνών δεσμεύσεων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής) και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των ορυχείων λιγνίτη (άπαξ και ενεργοποιηθεί η εκμετάλλευση ενός ορυχείου δεν είναι εφικτή η διακοπή της), το ΥΠΕΝ υπογραμμίζει ότι είναι πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης να μην αξιοποιηθούν νέα ορυχεία λιγνίτη.
Το περίγραμμα της συμφωνίας
Στα πλαίσια του νέου νομοσχεδίου, η ΔΕΗ θα μπορέσει να ακολουθήσει τον στρατηγικό της σχεδιασμό, εκμεταλλευόμενη τη φθηνή ενέργεια που προσφέρουν παλαιότερες επενδύσεις σε υδροηλεκτρικά και επενδύοντας σε ΑΠΕ. 
Η διαδικασία αποεπένδυσης στους λιγνίτες αφενός υπαγορεύεται από:
Τους διεθνείς κανόνες για περιορισμό των εκπομπών ρύπων
Την παλαιότητα κάποιων μονάδων
Τον βαθμό εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων λιγνίτη
και αφετέρου πρέπει να είναι σταδιακή, δεδομένου του ειδικού τους ρόλου ως εθνικό καύσιμο.
Ο στόχος που αρχικά είχε συμφωνηθεί με την DG Comp, στο πλαίσιο της β’ αξιολόγησης και ως εφαρμογή απόφασης του Ευρωδικαστηρίου, ήταν αρκετά πιο αυστηρός για τη ΔΕΗ, προβλέποντας αποεπένδυση του 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ.
Η πρόταση που υποβλήθηκε σε market test στα τέλη του 2017 (με απόλυτη επιτυχία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που το διενήργησε), προβλέπει ότι σήμερα η ΔΕΗ διατηρεί:
το 78,6% του λιγνιτικού δυναμικού της
το 90,9% του συνολικού παραγωγικού δυναμικού της
Σε μεσοπρόθεσμη βάση (το 2026), η ΔΕΗ θα συνεχίζει να ελέγχει το 68% του λιγνιτικού δυναμικού. Κατά μέσο όρο, μέχρι τότε, η ΔΕΗ θα διατηρεί πάνω από το 70%. Σε μακροπρόθεσμη βάση (μέσος όρος περιόδου 2018-35) η ΔΕΗ θα διατηρεί το 65%, προσεγγίζοντας τελικά τον στόχο αποεπένδυσης του 40%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε και επισήμως (17/4/2018) την πρόταση αυτή ως επαρκή, για τη διασφάλιση της δίκαιης πρόσβασης στην παραγωγή ηλεκτρισμού με καύση λιγνίτη για τους ανταγωνιστές της ΔΕΗ.