Την επόμενη εβδομάδα, οι υπουργοί Περιβάλλοντος της Ε.Ε. πρόκειται να υπογράψουν τη συμφωνία για την αναμόρφωση του ευρωπαϊκού συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ETS). Αν οι κυβερνήσεις δεν αντιμετωπίσουν πιο σοβαρά την αναμόρφωσή του, η Ε.Ε. κινδυνεύει να θέσει την αγορά ρύπων σε μια τροχιά αποτυχίας στην επόμενη δεκαετία.
Οι τωρινές προτάσεις ξεκάθαρα δεν συμβαδίζουν με τη δέσμευση της Ε.Ε. βάσει της συμφωνίας του Παρισιού για διατήρηση της αύξησης της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας σε επίπεδα κάτω των 2 βαθμών Κελσίου, πόσο μάλλον κάτω από 1,5 βαθμούς. Αυτό θα έπληττε σημαντικά την φήμη της Ε.Ε. ως ηγέτης στη μάχη ενάντια στην κλιματική αλλαγή και θα διάβρωνε την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων στην ικανότητα δράσης της Ένωσης.
Το ETS αντιμετωπίζεται ως ο ακρογωνιαίος λίθος στις κλιματικές προσπάθειες της Ε.Ε., αλλά υποφέρει από μια τεράστια υπερπροσφορά δικαιωμάτων εκπομπών. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές τους σήμερα βρίσκονται στα επίπεδα των 5 ευρώ/τόνο CO², δηλαδή πολύ χαμηλά για να οδηγήσουν σε μειώσεις των εκπομπών ή να επιταχύνουν την μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία. Το χάσμα είναι τεράστιο: Προκειμένου να επηρεαστούν οι επενδύσεις σε τεχνολογίες χαμηλού άνθρακα, η τιμή θα έπρεπε να αυξηθεί σε τουλάχιστον 40 ευρώ.
Η δρομολογηθείσα αναμόρφωση για μετά το 2020 χρειαζόταν να καταστήσει το ETS σχετικό και πάλι. Ο ανασχεδιασμός του είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των κυβερνήσεων, του Ευρωκοινοβουλίου και της Κομισιόν. Η διαδικασία εισήλθε πλέον σε ένα κρίσιμο στάδιο. Την περασμένη εβδομάδα, το Ε.Κ. ενέκρινε μια ασθενή στάση που θα διατηρήσει την αγορά ρύπων αναποτελεσματική για ακόμη μια δεκαετία ή παραπάνω. Ιδιαίτερα, αρνήθηκε να αυξήσει τις ετήσιες περικοπές (μέσω του λεγόμενου Linear Reduction Factor) από το 2,2% σε 2,4% ετησίως και να ισορροπήσει το νέο προϋπολογισμό άνθρακα με τις πραγματικές εκπομπές, γεγονός που θα προκαλέσει πλεόνασμα ήδη από την αρχή της νέας περιόδου εμπορίου.
Η ευθύνη της αντιμετώπισης του θεμελιώδους ελλείμματος του ETS, των τεράστιων πλεονασμάτων εκπομπών, ανήκει τώρα στις κυβερνήσεις της Ε.Ε. Αν δεν ενισχυθεί η φιλοδοξία των προτάσεων αναμόρφωσης, η αγορά θα συνεχίσει να έχει υπερπροσφορά ως το 2030. Τα δεδομένα μιλούν ξεκάθαρα: Ο συνολικός αριθμός δικαιωμάτων θα ξεπεράσει τα 6 δις. ως το 2030.
Ένα κρίσιμο στοιχείο της αναμόρφωσης αφορά το σχεδιασμό του αποθεματικού σταθερότητας (MSR). Το MSR είναι ένα είδος τράπεζας όπου τα πλεονασματικά δικαιώματα θα αποθηκεύονται προσωρινά μετά το 2019. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες στηρίζουν το διπλασιασμό του ρυθμού εισόδου δικαιωμάτων στο MSR για τα τέσσερα πρώτα χρόνια λειτουργίας του. Όμως, το μέτρο είναι πολύ ασθενές για να έχει σημαντική επίδραση στην τιμή των ρύπων. Σύμφωνα με το Reuters, θα περικόψει το πλέονασμα κατά μόλις 111 εκατ. δικαιώματα ετησίως ως το 2022. Η τιμή θα φτάσει στην καλύτερη περίπτωση τα 30 ευρώ ως το 2030, πράγμα που σημαίνει ότι το ETS δεν θα επηρεάσει τις επενδυτικές αποφάσεις.
Οι υπουργοί πρέπει να στηρίξουν τρία πρόσθετα μέτρα τα οποία συζητούν. Πρώτον, 800 εκατ. δικαιώματα πρέπει να αποσυρθούν μόνιμα από το MST, όπως προτείνει το Ε.Κ. Δεύτερον, τα μη διανεμηθέντα δικαιώματα πρέπει να έχουν ημερομηνία λήξης. Αυτά που θα παραμείνουν αδρανή στο MSR για πέντε χρόνια πρέπει αυτόματα να ακυρώνονται. Τρίτον, οι πιο φιλόδοξες χώρες της Ε.Ε. πρέπει να έχουν την ευκαιρία να ακυρώνουν μονομερώς τα πλεονασματικά δικαιώματα και με τον τρόπο αυτό να ενισχύουν την φιλοδοξία τους μέσα στο χρόνο.
Τα μέτρα αυτά από μόνα τους δεν θα διορθώσουν το ETS, ούτε θα καταστήσουν τις κλιματικές πολιτικές της Ε.Ε. συμβατές με τη συμφωνία του Παρισιού. Για να γίνει αυτό, οι ετήσιες μειώσεις των εκπομπών ρύπων θα πρέπει να αυξηθούν πολύ πέραν του προτεινόμενου 2,2% και δισεκατομμύρια πλεονασματικά δικαιώματα πρέπει να αποσυρθούν μόνιμα από την αγορά. Η Ε.Ε. πρέπει να ανεβάσει το ρυθμό της για να επιτύχει τις υποσχέσεις που έκανε στο Παρίσι. Είναι απαράδεκτο το ότι προχωρά σε άλλη μια δεκαετία αποτυχημένης κλιματικής πολιτικής αντί να αυξάνει την φιλοδοξία της.