Η ικανότητα παραγωγής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ξεπέρασε αυτήν των ορυκτών καυσίμων για πρώτη φορά στο Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Ιμπίριαλ στο Λονδίνο.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, η ανανεώσιμη δυναμικότητα τριπλασιάστηκε, ενώ αυτή των ορυκτών καυσίμων μειώθηκε κατά ένα τρίτο, καθώς η λειτουργία διαφόρων σταθμών παραγωγής ενέργειας ολοκληρώθηκε για οικονομικούς λόγους ή λόγω διάρκειας ζωής.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο, η παραγωγική δυναμικότητα για την αιολική, ηλιακή, υδροηλεκτρική ενέργεια και τη βιομάζα να φτάσει τα 41,9 γιγαβάτ ισχύος, υπερβαίνοντας την ικανότητα των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας άνθρακα, φυσικού αερίου και πετρελαίου.
«Το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της Βρετανίας αργά αλλά σταθερά μεταβαίνει μακριά από τα ορυκτά καύσιμα και αυτό το τρίμηνο πέτυχε ένα σημαντικό ορόσημο», δήλωσε στον Guardian ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Ίαν Στάφελ.
Ωστόσο, η ποσότητα ενέργειας από ορυκτά καύσιμα ήταν ακόμη μεγαλύτερη κατά τη διάρκεια του τριμήνου, φτάνοντας περίπου στο 40% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με το 28% των ανανεώσιμων πηγών.
Συνολικά, το 57% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ήταν χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα κατά την συγκεκριμένη περίοδο, παραγόμενη είτε από ανανεώσιμες πηγές είτε από πυρηνικούς σταθμούς.
Όσον αφορά την εγκατεστημένη ισχύ, ο άνεμος είναι η μεγαλύτερη ανανεώσιμη πηγή με πάνω από 20 γιγαβάτ, ακολουθούμενη από την ηλιακή ενέργεια και τη βιομάζα. Κατά το τελευταίο έτος, η χωρητικότητα άνθρακα μειώθηκε κατά 25% και στο Ηνωμένο Βασίλειο απομένουν πλέον μόνο έξι μονάδες παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα.
Οι μονάδες άνθρακα έχουν επηρεαστεί από τον φόρο άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς και τον ανταγωνισμό από το φυσικό αέριο.

Πηγή: naftemporiki.gr