Οι προτεινόμενες διατάξεις για τη Ρήτρα Αναπροσαρμογής οδηγούν σε κατάργηση όλων των εναλλακτικών τύπων τιμολογίων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, και σε αποσταθεροποίηση της αγοράς, αυξάνοντας κατακόρυφα τις επισφάλειες για τον κλάδο της προμήθειας, τονίζει ο ΕΣΠΕΝ, αναφορικά με την τροπολογία της κυβέρνησης για την ρήτρα αναπροσαρμογής.
Αναλυτικά σε ανακοίνωσή του ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας, υπογραμμίζει τα εξής:
«Την Παρασκευή, 24 Ιουνίου, κατά τις βραδινές ώρες, και μετά το τέλος της συζήτησης του Νομοσχεδίου σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της αδειοδοτικής διαδικασίας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας – Β΄ φάση, κατατέθηκε από τον Υπουργό Ενέργειας τροπολογία για την τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας, και ειδικότερα για τη διαχείριση του θέματος της Ρήτρας Αναπροσαρμογής, που εφαρμόζεται από το σύνολο των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας.
Με μία τροποποίηση που δεν παρουσιάστηκε σε δημόσια διαβούλευση, ούτε συζητήθηκε στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, επιχειρείται να αντιμετωπιστεί το κυρίαρχο και κρισιμότερο ζήτημα του ενεργειακού κόσμου, που αποτελεί αντικείμενο καθημερινής δημόσιας συζήτησης και δηλώσεων του Πρωθυπουργού. Με την τροπολογία αυτή επιχειρείται η διαχείριση της πλέον επώδυνης ενεργειακής κρίσης της σύγχρονης εποχής σε παγκόσμια κλίμακα.
Είναι κατανοητή η καλή πρόθεση του Υπουργείου να λάβει μέτρα υπέρ των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας, είναι ωστόσο απαραίτητο να επισημανθεί ότι οι προτεινόμενες διατάξεις παρουσιάζουν σημαντικά ζητήματα ως προς την εφαρμογή τους, και δεν περιλαμβάνουν οποιαδήποτε μέριμνα για την αντιστάθμιση του κινδύνου που αναλαμβάνουν οι προμηθευτές, οι οποίοι συνεχίζουν να είναι απολύτως εκτεθειμένοι στις διακυμάνσεις της «οριακής τιμής» του συστήματος. Οι διατάξεις αυτές αναμένεται συνεπώς να οδηγήσουν σε αυξήσεις στις τελικές χρεώσεις των καταναλωτών, εφόσον επιβάλλεται η ενσωμάτωση του κινδύνου των αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού στα προσφερόμενα τιμολόγια.
Δεδομένης της πρωτοφανούς μεταβλητότητας που παρατηρείται τον τελευταίο χρόνο στις τιμές της χονδρικής αγοράς του φυσικού αερίου και, κατά συνέπεια, της ηλεκτρικής ενέργειας, είναι σαφές πλέον σε όλους ότι είναι αδύνατον να γίνει ορθή πρόβλεψη των τιμών της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, και μάλιστα για διάστημα ενός μηνός, τουλάχιστον ένα μήνα πριν την έναρξη της περιόδου, με αποτέλεσμα η εφαρμογή της προτεινόμενης τροποποίησης να αυξάνει κατακόρυφα τις επισφάλειες που αναλαμβάνουν οι προμηθευτές και να απειλεί την ομαλή λειτουργία της αγοράς.
Η διοικητική απαγόρευση όλων των εναλλακτικών τύπων τιμολογίων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, πέραν των προβλεπόμενων στην τροπολογία, σταθερών και κυλιόμενα σταθερών, αποστερεί από τους καταναλωτές τη δυνατότητα οι ίδιοι να επιλέγουν ελεύθερα τον τύπο που επιθυμούν, αναλαμβάνοντας επίσης και το αντίστοιχο ρίσκο προκειμένου να συμβληθούν στο τιμολόγιο που οι ίδιοι επιλέγουν.
Ειδικά δε για τις επιχειρήσεις με τις οποίες οι προμηθευτές διαπραγματεύονται διμερώς το τιμολόγιο προμήθειας, οι διατάξεις αυτές θα επιφέρουν αναίτιες αυξήσεις των χρεώσεων που θα θίξουν την ανταγωνιστικότητα τους, στερώντας τους τη δυνατότητα να ελέγξουν το κόστος τους μέσω της επιλογής ενός δυναμικού τιμολογίου.
Επιπρόσθετα, η δυνατότητα των καταναλωτών να αλλάζουν προμηθευτή ανεξαρτήτως της ενδεχόμενης ύπαρξης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τους προηγούμενους προμηθευτές, αναμένεται με βεβαιότητα να επιτείνει τα φαινόμενα “ενεργειακού τουρισμού”, και αφήνει τους προμηθευτές ενέργειας απολύτως εκτεθειμένους στις ανακύπτουσες επισφάλειες.
Οι προτεινόμενες διά της τροπολογίας αλλαγές, οι οποίες οδηγούν σε κατάργηση όλων των εναλλακτικών τύπων τιμολογίων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, εμφανίζουν πολύ σοβαρά τεχνικά και ρυθμιστικά ζητήματα, και θα πρέπει να διευκρινιστούν περαιτέρω ως προς την εφαρμογή τους».