Πάνω από 3 δισ. ευρώ θα είναι το συνολικό κόστος του προγράμματος για τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιωτικών περιοχών της χώρας, έως το τέλος της επόμενης δεκαετίας, σύμφωνα με όσα προβλέπει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).
Παράλληλα, το ΕΣΕΚ εκτιμά ότι οι απαιτούμενες επενδύσεις θα καλυφθούν, κυρίως, από τα ευρωπαϊκά ταμεία και τις ιδιωτικές επενδύσεις και σε δεύτερο βαθμό, από τα τέλη χρήσης συστήματος, δηλαδή τους καταναλωτές, οι οποίοι θα καρπώνονται άμεσα, τα καθαρά οικονομικά οφέλη που θα αποφέρει η μείωση των χρεώσεων ΥΚΩ.
Αναφορικά με τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιών, στο πρόγραμμα περιλαμβάνεται η πλειονότητα των νησιών του Βορείου Αιγαίου, με τα σχετικά έργα να αναμένεται ότι θα ολοκληρωθούν το 2030 – 2031.
Έως το 2025 θα έχει ολοκληρωθεί η διασύνδεση των Κυκλάδων και τρία χρόνια αργότερα, τα αντίστοιχα έργα για το σύνολο των Δωδεκανήσων, που θα τροφοδοτούνται, με τη σειρά τους από το ηπειρωτικό σύστημα. Όσον αφορά στην Κρήτη, σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, το 2022 θα αποπερατωθεί και η μεγάλη διασύνδεση με τη Μεγαλόνησσο.
Την ίδια ώρα, ως προς τα οικονομικά οφέλη, το ΕΣΕΚ αναφέρεται σε μια πιο αξιόπιστη τροφοδότηση των νησιών, με πιο οικονομικό μίγμα καυσίμων, κάτι που συνεπάγεται την αποφυγή των χρεώσεων ΥΚΩ για την ηλεκτροπαραγωγή με ακριβότερο καύσιμο (εισαγόμενο πετρέλαιο), η οποία εκτιμάται, ότι με την ολοκλήρωση του προγράμματος διασυνδέσεων, θα αποφέρει ετήσια εξοικονόμηση χρεώσεων ΥΚΩ, της τάξης των μεταξύ 400 – 450 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Ταυτόχρονα, η μείωση της χρήσης πετρελαίου στα νησιά που θα διασυνδεθούν έως το 2030, θα συνεισφέρει επιπρόσθετα και στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης, σε ποσοστό 3%, καθώς έτσι δεν θα καταναλώνονται ετησίως, στο τέλος της δεκαετίας, περισσότεροι από 900 χιλ. τόνοι πετρελαίου για την ηλεκτροπαραγωγή στη νησιωτική Ελλάδα.
Επιπρόσθετα, μετά την ολοκληρώση του προγράμματος διασυνδέσεων, θα γίνει δυνατή η οικονομικότερη αξιοποίηση του δυναμικού σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) των νησιών, η παροχή ίδιας ποιότητας ηλεκτρικής ενέργειας και υπηρεσιών προς τους πολίτες, καθώς και η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.