Η μετοχική είσοδος των Γάλλων της Meridiam και μάλιστα με το εμφατικό 49,9% στην ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, και σε επόμενη φάση με το Ισράηλ, δημιουργεί καινούργια δεδομένα σε γεωπολιτικό και επιχειρηματικό επίπεδο, που μένει να φανεί πως θα επηρεάσουν τις από εδώ και πέρα εξελίξεις.
Το πρώτο είναι ότι η στήριξη της Γαλλίας στο έργο (1,9 δισ), που είχε διαφανεί με τη τριμερή Μητσοτάκη – Μακρόν – Χριστοδουλίδη το Σεπτέμβρη στη Σύνοδο του ΟΗΕ, δεν μένει στη θεωρία, αλλά αποκτά γεωπολιτική και οικονομική ουσία. Το έργο γίνεται ελληνογαλλικό (50,1% ΑΔΜΗΕ, 49,9% Meridiam).
Η παρουσία της Γαλλίας στην Αν. Μεσόγειο δεν περιορίζεται πλέον μόνο στη αμυντική συνεργασία με την Ελλάδα και τη Κύπρο ή στις κοινές ασκήσεις με την Αίγυπτο, αλλά επεκτείνεται και στα μεγάλα project μεταφοράς ενέργειας, όπως ο Great Sea interconnector, στον οποίο εμπλέκονται πλέον δύο γαλλικές εταιρείες.
Ενας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές καλωδίων διεθνώς, η Nexans, για την οποία η σύμβαση (1,4 δισ) με τον ΑΔΜΗΕ αντιπροσωπεύει περίπου το 20% του συνολικού ανεκτέλεστου υπολοίπου της. Και ο βασικός επενδυτής της υπό κατασκευή ηλεκτρικής διασύνδεσης Βρετανίας – Γερμανίας (NeuConnect), δηλαδή η Meridiam, με συνολικά υπό διαχείριση assets 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι περιορίζεται το γεωπολιτικό ρίσκο, όσο και αν επιχειρούν τελευταίως κάποιοι να το υποβαθμίσουν. Το επόμενο στάδιο των ερευνών στα διεθνή ύδατα για τη πόντιση του καλωδίου θα αποτελέσει μια δοκιμασία υψηλής σημασίας, και επί του πεδίου, για τα ελληνοτουρκικά, όπου η κυβέρνηση θέλει πάση θυσία να διατηρήσει το καθεστώς των «ήρεμων νερών». Τo crash test θα γίνει στη θάλασσα για ένα έργο όμως το οποίο θα φέρει και τη γαλλική σημαία, με ότι βαθμούς ευκολίας μπορεί αυτό πιθανώς να προσθέτει στις επαφές του ΥΠΕΞ με την απέναντι πλευρά. Το πρώτο στοιχείο από την είσοδο της Meridiam στη διασύνδεση είναι η επιπλέον γεωπολιτική αξία που προσδίδει στη διασύνδεση.
Τα σήματα στη Λευκωσία
Το δεύτερο στοιχείο από την είσοδο της Meridiam στη διασύνδεση αφορά τα σήματα που στέλνει η απόφαση των Γάλλων στην Κύπρο. Η εφαρμογή της διακρατικής συμφωνίας του Σεπτέμβρη για να αρθεί το βραχυκύκλωμα παραμένει ακόμη το ζητούμενο. Η είσοδος της Κυπριακής Δημοκρατίας στο έργο καθυστερεί και η ίδια φέρεται να εγείρει νέα θέματα, μετά και από μελέτη που διενήργησε για λογαριασμό της αμερικανικός οίκος ως προς το αν πρέπει ή όχι να συμμετάσχει.
Σύμφωνα με κυπριακά δημοσιεύματα, η μελέτη υποστηρίζει ότι οι όροι και οι προϋποθέσεις της συμφωνίας παραχώρησης του ΑΔΜΗΕ (concession agreement) «δεν είναι επαρκείς (σ.σ. και ικανοποιητικοί) για να προσελκύσουν σοβαρούς στρατηγικούς επενδυτές στον GSI». Η κίνηση των Γάλλων που φαίνεται να πιστεύουν στο έργο δείχνει το αντίθετο. Εχει ενδιαφέρον πώς θα τοποθετηθεί μετά απ’ αυτό η κυπριακή κυβέρνηση.
Οι άλλοι υποψήφιοι
Το τρίτο στοιχείο αφορά το διεθνές επενδυτικό κοινό. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η ελληνογαλλική συμφωνία επιτρέπει τη δυνατότητα εισόδου στο μετοχικό σχήμα πρόσθετων επενδυτών, με αντίστοιχη μείωση των ποσοστών των δύο μερών. Το συνομολογούν, όπως λέγεται, αμφότεροι. Είναι δηλαδή ένα βήμα για να ενταθούν οι διεργασίες με τους άλλους υποψηφίους, την εμιρατινή Abu Dhabi National Energy Company PJSC, (TAQA) με την οποία συζητούν απευθείας οι Κύπριοι και που εδώ και καιρό έχει εκδηλώσει το ενδιαφέρον της, και με το αμερικανικό κρατικό αναπτυξιακό ταμείο Development Finance Corporation (DFC) που εξετάζει είτε τη χρηματοδότηση του έργου με δάνειο ύψους 400 εκατ. ευρώ, είτε την μετοχική του είσοδο. Είναι βέβαιο ότι η αλλαγή της διακυβέρνησης στις ΗΠΑ θα καθυστερήσει τις όποιες αποφάσεις.
Αριθμοί δεν έχουν γίνει γνωστοί ως προς το αμιγώς οικονομικό κομμάτι, δηλαδή το ποσό με το οποίο θα μπουν οι Γάλλοι στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, έχει υπογραφεί ένα πρώτο term sheet που καθορίζει τους όρους συμμετοχής και αμέσως μόλις ολοκληρωθεί το due diligence, θα ανακοινωθεί και το ποσό.
Ο ελέφαντας ωστόσο στο δωμάτιο για τον Great Sea Interconnector είναι αμιγώς το γεωπολιτικό. Το κατά πόσο η μετοχική εμπλοκή μιας γαλλικής εταιρείας στο έργο μπορεί να συμβάλει ώστε να βρεθεί κάποιος στοιχειωδώς κοινός τόπος συνεννόησης με τους γείτονες πάνω σε θέματα που αφορούν την άσκηση δικαιωμάτων που προβλέπονται στο Διεθνές Δίκαιο.
Η απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές είναι δεδομένη. Το ερώτημα είναι πώς θα αξιοποιηθεί από την ελληνική διπλωματία η ελληνογαλλική συμφωνία και όσες ενδεχομένως ακολουθήσουν, ώστε να υπάρξουν εξελίξεις και να καταστεί εφικτή η πόντιση καλωδίων ηλεκτρισμού, από τις πλέον ανώδυνες ενέργειες, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Η Ελλάδα άλλωστε δεν μπορεί να καθυστερεί επ’ άπειρον τις έρευνες στα διεθνή ύδατα. Όπως λένε έμπειροι διπλωμάτες, πρέπει να το κάνει για έναν ακόμη λόγο. Να καταδείξει και στη Τουρκία ότι η διατήρηση των «ήρεμων νερών στο Αιγαίο» δεν συνεπάγεται και πάγωμα των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.

Γράφει ο Γιώργος Φιντικάκης – Πηγή: euro2day.gr