Τα καλοκαίρια δεν είναι πια αθώα, η ζέστη και οι καύσωνες επιφέρουν σοβαρά προβλήματα υγείας και αυξάνουν τους θανάτους λόγω ζέστης. Πάντα οι υψηλές θερμοκρασίες προκαλούσαν απώλειες σε ζωές, ειδικά σε άτομα με προβλήματα υγείας και μεγάλης ηλικίας. Η κλιματική αλλαγή όμως έφερε ακόμη πιο καυτά καλοκαίρια και συχνότερους καύσωνες, με αποτέλεσμα τον τριπλασιασμό των νεκρών λόγω ζέστης σε επίπεδο Ευρώπης το φετινό καλοκαίρι. Η Αθήνα μάλιστα πληρώνει υψηλό τίμημα, καθώς ήταν μεταξύ των τριών μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων με την πιο αυξημένη θνησιμότητα από υψηλές θερμοκρασίες λόγω κλιματικής αλλαγής το φετινό καλοκαίρι.
Συγκεκριμένα στην Αθήνα προκλήθηκαν 630 επιπλέον θάνατοι λόγω κλιματικής κρίσης, σε σύνολο 808 στην Ελλάδα. Πρόκειται για συμπεράσματα μεγάλης ανάλυσης σε 854 ευρωπαϊκές πόλεις, που πραγματοποίησαν ερευνητές του Imperial College London και του London School of Hygiene and Tropical Medicine. Σύμφωνα με τα δεδομένα των ερευνητών, οι θάνατοι από ζέστη φέτος από Ιούνιο έως και Αύγουστο ήταν τριπλάσιοι σε σχέση με ένα καλοκαίρι που δεν θα είχε επηρεαστεί από την κλιματική αλλαγή. Εκτιμήθηκε πως από τους 24.400 θανάτους λόγω υψηλών θερμοκρασιών το 2025, οι 16.500 (το 68%) θα είχαν αποφευχθεί σε ένα καλοκαίρι που δεν θα είχε υπερθερμανθεί λόγω κλιματικής αλλαγής.
Υπολογισμός
Πώς όμως υπολογίζεται ο αριθμός των μη αναμενόμενων θανάτων, που αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή; «Σε συνεργασία με επιστήμονες από το London School of Hygiene and Tropical Medicine και την ομάδα World Weather Attribution, εκτιμήσαμε πώς θα ήταν η θερμοκρασία σε ένα υποθετικό σενάριο χωρίς την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή. Χρησιμοποιήσαμε αυτήν τη “θερμοκρασία αναφοράς”, μαζί με τις πραγματικά παρατηρούμενες θερμοκρασίες και τις καμπύλες που συνδέουν τη θνησιμότητα με τη θερμοκρασία, για να υπολογίσουμε πόσοι θάνατοι μπορούν να αποδοθούν στην κλιματική αλλαγή», λέει στην «Κ» ο Γαρύφαλλος Κωνσταντινούδης, λέκτωρ Βιοστατιστικής και Επιδημιολογίας στο Grantham Institute for Climate Change and the Environment, Imperial College London και εκ των συντακτών της έρευνας.
Η περίοδος Ιουνίου – Αυγούστου 2025 ήταν η τέταρτη θερμότερη θερινή περίοδος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. «Αυτό σημαίνει σοβαρά αυξημένο κίνδυνο θανάτου για ευάλωτα άτομα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων άνω των 65 ετών και με προϋπάρχουσες ιατρικές παθήσεις, καθώς και αυξημένο κίνδυνο υπερθέρμανσης των εσωτερικών των κτιρίων. Με βάση παρατηρήσεις και κλιματικά μοντέλα εκτιμάμε ότι οι καλοκαιρινές θερμοκρασίες σε όλη την Ευρώπη έχουν ανέβει 1,5 έως 2,9 °C λόγω της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής που προκαλείται κυρίως από την καύση ορυκτών καυσίμων», σημειώνουν οι ερευνητές.
Κατά την εξέταση 30 ευρωπαϊκών πρωτευουσών, οι ερευνητές κατέγραψαν πως η Ρώμη, η Αθήνα και το Βουκουρέστι είχαν την υψηλότερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Σε απόλυτους αριθμούς στη Ρώμη υπολογίστηκαν 835 θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη και θα μπορούσαν να αποδοθούν στην κλιματική αλλαγή, στην Αθήνα 630, στο Παρίσι 409, στη Μαδρίτη 387 και στο Βουκουρέστι 360. Το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων που επηρεάστηκαν από την κλιματική αλλαγή παρατηρήθηκε στη Στοκχόλμη, στη Μαδρίτη και στην Μπρατισλάβα.
«Ο κύριος λόγος για το γεγονός πως η Αθήνα είναι δεύτερη στην κατάταξη με τους περισσότερους επιπλέον θανάτους είναι οι υψηλές θερμοκρασίες που παρατηρήθηκαν φέτος. Ωστόσο, υπάρχουν κι άλλες αιτίες αυξημένης ευαλωτότητας, όπως η υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση, η περιορισμένη παρουσία πράσινων χώρων και η ανεπαρκής κοινωνική επίγνωση για τις επιπτώσεις της ζέστης στην υγεία. «Η έλλειψη ενημέρωσης και μηχανισμών πρόληψης μπορεί επίσης να καταστήσει τους πληθυσμούς πιο εκτεθειμένους, ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους και τα ευάλωτα κοινωνικά στρώματα», λέει στην «Κ» ο κ. Κωνσταντινούδης. Αν και στη συγκεκριμένη μελέτη δεν εκτίμησαν χωριστά τον ρόλο της πυκνής δόμησης και της «τσιμεντοποίησης», ο ερευνητής του Grantham Institute σημειώνει πως «πόλεις όπως η Αθήνα, με περιορισμένους πράσινους χώρους και εκτεταμένη δόμηση, μπορεί να εμφανίζουν ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση στην υγεία λόγω του φαινομένου της αστικής θερμικής νησίδας».
Στην έρευνα εξετάστηκαν συνολικά 14 ελληνικές πόλεις. Εκτός της Αθήνας, άλλες πόλεις που ξεχωρίζουν είναι η Πάτρα, η δεύτερη μετά την πρωτεύουσα σε απόλυτο αριθμό υπερβαλλόντων θανάτων αναλογικά με τον πληθυσμό (39) και η Κατερίνη, η πόλη με το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων που αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή, όπως εξηγεί ο κ. Κωνσταντινούδης. Σημαντικές απώλειες καταγράφονται στη Θεσσαλονίκη, με 59 νεκρούς λόγω ζέστης, εκ των οποίων οι 43 οφείλονται στις αυξημένες θερμοκρασίες λόγω κλιματικής αλλαγής, ποσοστό μεγαλύτερο από την Αθήνα. Υψηλή κλιματική επίδραση παρατηρούμε και σε Χανιά και Καλαμάτα.
Συνολικά τώρα στην έρευνα κατεγράφη πως τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω αντιπροσώπευαν το 85% των επιπλέον θανάτων, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι τα θερμότερα πλέον καλοκαίρια θα γίνονται όλο και πιο θανατηφόρα για τον γηράσκοντα πληθυσμό της Ευρώπης.
Οι ερευνητές κατέγραψαν και το κύμα καύσωνα στα Βαλκάνια το τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου, το οποίο συνδυάστηκε και με καταστροφικές πυρκαγιές στην περιοχή και συσχετίστηκε με τους υψηλότερους ημερήσιους κινδύνους από οποιοδήποτε άλλο συμβάν, με μέσο όρο 10 επιπλέον θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού κατά τις επτά ημέρες που κράτησε.
«Η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή ευθύνεται για το μεγαλύτερο μέρος των υπερβαλλόντων θανάτων λόγω υψηλών θερμοκρασιών σε 14 ελληνικές πόλεις το καλοκαίρι που μόλις πέρασε. Τα δεδομένα αυτά δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι αποφάσεις μας για το περιβάλλον έχουν άμεσο αντίκτυπο στις ζωές των ανθρώπων», σχολιάζει ο κ. Κωνσταντινούδης.
Νοσηλείες, ασθένειες
Ας σημειωθεί πως ακόμη και με ένα σενάριο υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 2 °C, περίπου 163 εκατομμύρια Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πρωτοφανείς καλοκαιρινές θερμοκρασίες, αριθμός σχεδόν διπλάσιος από όσους επηρεάζονται σήμερα. Πέρα από την πρόκληση θανάτων, η ζέστη αυξάνει τις νοσηλείες και επιδεινώνει χρόνιες ασθένειες, ιδίως για τους ηλικιωμένους και τα φτωχότερα στρώματα, ενώ πλήττονται ιδιαίτερα οι θέσεις εργασίας (κυρίως οι άτυπες) σε κατασκευές, μεταφορές και τουρισμό.
Οι προκλήσεις για τις επιχειρήσεις και το κόστος της απραξίας
Reuters
ΓΕΝΕΥΗ. Δυσοίωνες προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη υγεία περιέχει έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην ανθρώπινη υγεία, με την αύξηση του υγειονομικού κόστους για τις κυβερνήσεις, την υποχώρηση της παραγωγικότητας και τη διαταραχή της αγροτικής παραγωγής, μπορεί να οδηγήσουν σε απώλειες της τάξης του 1,5 τρισ. δολαρίων έως το 2050. Προκειμένου να προστατεύσουν το ανθρώπινο δυναμικό, τη λειτουργία και την ανάπτυξή τους, οι επιχειρήσεις οφείλουν να αναδείξουν την ανθρώπινη υγεία σε κυρίαρχη προτεραιότητά τους, επισημαίνει η έκθεση του οικονομικού ινστιτούτου.
Αν η κλιματική αλλαγή παραμείνει ανεξέλεγκτη, 14,5 εκατομμύρια πλέον του κανονικού άνθρωποι θα πεθάνουν μέχρι το 2050, με την πλειονότητά τους να προέρχεται από τις πιο φτωχές περιοχές του κόσμου. Στα μέρη αυτά, οι θάνατοι από ακραία καιρικά φαινόμενα ήταν 15 φορές περισσότεροι την τελευταία δεκαετία, σε σχέση με την προηγούμενη.
Οι σοβαρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία απειλούν τις αντοχές των επιχειρήσεων. Σήμερα, λιγότερο από 15% των κλιματικών κονδυλίων αφιερώνεται στον τομέα της υγείας, επικίνδυνο χάσμα, το οποίο ο ιδιωτικός τομέας δηλώνει έτοιμος να καλύψει.
Η έκθεση αναδεικνύει τέσσερις ιδιαίτερα εκτεθειμένους στις κλιματικές αλλαγές τομείς: τη γεωργία και διατροφή, την οικιστική ανάπτυξη, την υγεία και πρόνοια και τις ασφαλίσεις φυσικών καταστροφών.
Εως το 2050, 24 εκατομμύρια επιπλέον άνθρωποι θα αντιμετωπίζουν το φάσμα του λιμού, με τους εργαζομένους στην αγροτική παραγωγή να αναμένεται να επωμισθούν τα μεγαλύτερα βάρη της κλιματικής κρίσης. Η έκθεση εκτιμά πως οι απώλειες εργατοωρών θα κοστίσουν 740 δισ. δολάρια μεταξύ 2025 και 2050. Επιχειρήσεις, πρόθυμες να επενδύσουν σε βιώσιμες καλλιέργειες και σε νέες μεθόδους παραγωγής, θα βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση στη νέα εποχή.
Το ήμισυ του πληθυσμού της Γης ζει σε αστικές ζώνες, οι οποίες παραμένουν επικίνδυνα απροετοίμαστες για τη νέα κλιματική πραγματικότητα. Στην πρώτη γραμμή βρίσκονται οι εργάτες οικοδομών, με τη βιομηχανία των κατασκευών να εκτιμάται ότι θα χάσει 570 δισ. δολάρια μεταξύ 2025 και 2050 εξαιτίας της μείωσης θέσεων εργασίας για λόγους επικινδυνότητας.
Ο τομέας της υγείας αναμένεται να χάσει τουλάχιστον 200 δισ. δολάρια σε απώλειες εργατοωρών μεταξύ 2025 και 2050. Η κλιματική αλλαγή θα επιβαρύνει από μόνη της τον τομέα κατά 1,1 τρισ. δολάρια επιπλέον για την κάλυψη των αυξημένων υγειονομικών βαρών.
Την ίδια στιγμή, η κλιματική αλλαγή αυξάνει τα ασφάλιστρα υγείας, ζωής και ατυχημάτων, με την αντασφαλιστική SwissRe να κάνει λόγο για 0,75% επιπλέον ετήσια θνησιμότητα έως το 2050, ενώ μόλις 8% των κατοίκων οικονομικά υποβαθμισμένων ζωνών καλύπτονται από υγειονομική ασφάλιση.
Η έκθεση δείχνει ότι το κόστος της απραξίας απέναντι στις απειλές της κλιματικής αλλαγής για την ανθρώπινη υγεία είναι τεράστιο. Ο επιχειρηματικός κόσμος οφείλει, λοιπόν, να συνειδητοποιήσει ότι η ενίσχυση της άμυνας των υγειονομικών υπηρεσιών απέναντι στην κλιματική αλλαγή είναι επιβεβλημένη και μόνον η ενίσχυση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική ευρωστία. Η κλιματική αλλαγή είναι παρούσα και απειλεί ολοένα και πιο άμεσα την ανθρώπινη υγεία και μαζί της την επιχειρηματική δραστηριότητα. Από τις ακραίες θερμοκρασίες που απειλούν την υγεία των εργαζομένων μέχρι τη διαταραχή των γραμμών παραγωγής και διακίνησης, κανένας τομέας της οικονομίας δεν μένει αλώβητος.

Γράφει ο Γιάννης Ελαφρός – Πηγή: kathimerini.gr