Η απόφαση της πορτογαλικής (υπό κινεζικό έλεγχο) EDPR, μιας από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εταιρείες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, να αποχωρήσει από την ελληνική αγορά δεν είναι, όπως φαίνεται, ένα μεμονωμένο επεισόδιο. Αντίθετα, αποτελεί σύμπτωμα μιας βαθύτερης παθογένειας που πλήττει την επενδυτική ελκυστικότητα της χώρας στον τομέα των ΑΠΕ – ενός τομέα που μέχρι πρότινος χαρακτηριζόταν από υψηλές προσδοκίες και έντονο ενδιαφέρον.
Στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου της ΕΛΕΤΑΕΝ, ο πρόεδρος του Συνδέσμου, κ. Παναγιώτης Λαγακάκος και ο επικεφαλής της Iberdrola Hellas, κ. Θανάσης Τσαντίλας, σχολιάζοντας την αποχώρηση της EDPR, έδωσαν το στίγμα μιας γενικότερης εικόνας που, όπως όλα δείχνουν, απασχολεί πλέον μεγάλο αριθμό ξένων εταιρειών.
Δεν είναι η EDPR, είναι το περιβάλλον
«Δεν είναι θέμα EDPR, είναι θέμα γενικότερου προβληματισμού από πλευράς ξένων εταιρειών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Λαγακάκος. Και συμπλήρωσε πως η Ελλάδα δεν είναι εύκολη χώρα για να επενδύσει κανείς. Η γραφειοκρατία, οι θεσμικές αγκυλώσεις και οι συχνές ανατροπές στο πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την ορατότητα και τελικά τη βιωσιμότητα των επενδυτικών σχεδίων.
«Τα τελευταία χρόνια παρατηρήσαμε ένα επενδυτικό “μπουμ”, μια υπερθέρμανση της αγοράς, καθώς πολλές εταιρείες εισέρχονταν στην Ελλάδα. Ίσως να εκπέμψαμε υπερβολικά αισιόδοξα μηνύματα. Τώρα, πολλοί αρχίζουν να βιώνουν στην πράξη τις δυσκολίες και τη ματαίωση των προσδοκιών. Δεν φταίνε οι ξένοι επενδυτές – εμείς δημιουργήσαμε ένα αφήγημα που ίσως δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα», ανέφερε με νόημα ο πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ.
Περικοπές
Ο δεύτερος, ίσως πιο κρίσιμος λόγος που οδηγεί εταιρείες όπως η EDPR στην πόρτα της εξόδου, αφορά τις περικοπές στις αποζημιώσεις των λειτουργούντων πάρκων. «Τα σύννεφα μαζεύονται από παντού», σημειώνει ο κ. Λαγακάκος. Η απουσία ενός ξεκάθαρου πλαισίου για τις περικοπές επιβαρύνει ακόμη περισσότερο ένα ήδη δύσκολο επενδυτικό περιβάλλον.
«Όταν δεν γνωρίζεις πόσες περικοπές θα έχεις, όταν το κράτος δεν δίνει ξεκάθαρη εικόνα, τότε είναι φυσικό να αμφισβητείται η βιωσιμότητα ενός έργου. Οι επενδυτές θέλουν ορατότητα, θέλουν σιγουριά. Αυτή τη στιγμή, όμως, αυτό που υπάρχει είναι γκρίνια και αβεβαιότητα», είπε χαρακτηριστικά.
Ο κίνδυνος να χαθεί το momentum
Ο κ. Θανάσης Τσαντίλας της Iberdrola Hellas από την πλευρά του σημείωσε ότι ο τομέας της  ενέργειας – και δη τα έργα ΑΠΕ – δεν είναι επενδύσεις ετήσιας διάρκειας. «Μιλάμε για επενδύσεις με ορίζοντα 20, 25 και 30 ετών. Οι εταιρείες σχεδιάζουν με αυτό τον χρονικό ορίζοντα, όχι με βάση τις συγκυρίες της στιγμής. Και έχουν ανάγκη από ένα σταθερό, αντικειμενικά ανταγωνιστικό πλαίσιο».
Όπως εξήγησε, για να λειτουργήσουν αυτά τα έργα σε βάθος δεκαετιών, πρέπει να εξασφαλίζεται η ανταγωνιστικότητά τους τόσο στον χρόνο όσο και στον χώρο. «Δεν σχεδιάζουμε πάνω στις πέτρες του Μωυσή», ανέφερε με νόημα, στέλνοντας το μήνυμα ότι τα επενδυτικά σχέδια μπορούν να διαφοροποιηθούν εάν τα δεδομένα διαφοροποιηθούν.
Η Ελλάδα σε ευρωπαϊκή σύγκριση: απούσα στρατηγική
Το πρόβλημα, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της αγοράς αιολικών, δεν είναι μόνο οι περικοπές καθαυτές, αλλά η απουσία ενός εθνικού στρατηγικού πλαισίου για το πώς αντιμετωπίζεται το ζήτημα. «Καλέσαμε τη WindEurope, για να δούμε τι κάνουν άλλες χώρες στο θέμα των περικοπών. Το έχουν λύσει, σε πολλές χώρες έχουν συγκεκριμένη προσέγγιση και σαφή στρατηγική. Εδώ έχουμε μόνο ανακοινώσεις σε συνέδρια, αποσπασματικές διαβουλεύσεις, και όχι μια συνολική εικόνα για το πού πάμε».
Η σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές αγορές είναι, δυστυχώς, σε βάρος της Ελλάδας. Οι ξένοι επενδυτές βλέπουν ότι αλλού υπάρχει σταθερότητα και προοπτική, ενώ εδώ κυριαρχεί η ασάφεια. Και αυτό οδηγεί σε δεύτερες σκέψεις, αναθεώρηση business plans και –όπως φαίνεται– και σε αποχωρήσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η φυγή της EDPR , με βάση τα όσα λένε οι άνθρωποι της αγοράς των αιολικών, δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο αλλά απηχεί έναν γενικότερο προβληματισμό που απασχολεί τον κλάδο.  Σε μια αγορά που μέχρι πρότινος θεωρούσε τις ΑΠΕ κινητήριο μοχλό επενδύσεων, η απογοήτευση φαίνεται να κερδίζει έδαφος.

Γράφει ο Χάρης Φλουδόπουλος – Πηγή: capital.gr