Αν και ηΕυρωπαϊκή Ένωσηέχει ενισχύσει σημαντικά την ασφάλεια του εφοδιασμού της μετάτην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, υπάρχει ο κίνδυνος να παραμείνει εκτεθειμένη στην υψηλή μεταβλητότητα των τιμών τουφυσικού αερίου, ιδιαίτερα λόγω της συνεχιζόμενης εξάρτησης από τις εισαγωγές spot φορτίων LNG.
Αυτό επισημαίνει πρόσφατη μελέτη του ACER για τις ευρωπαϊκές αγορές υγροποιημένου αερίου, όπου μεταξύ άλλων αναλύονται οι παγκόσμιες τάσεις στην προσφορά και ζήτηση LNG, καθώς και ο ρόλος των τερματικών σταθμών εισαγωγής στην ΕΕ.
Η σημασία του LNG στο ενεργειακό μείγμα της Ευρώπης έχει αυξηθεί σταθερά την τελευταία δεκαετία. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιτάχυνε τις προσπάθειες της ΕΕ να απεξαρτηθεί από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, οδηγώντας σε σημαντική αύξηση των εισαγωγών LNG. Το LNG αναδείχθηκε ως μια πιο ευέλικτη και γεωγραφικά διαφοροποιημένη πηγή εφοδιασμού. Ως αποτέλεσμα, το μερίδιο του υγροποιημένου αερίου στην ΕΕ σχεδόν διπλασιάστηκε, από 23% το 2020 σε περίπου 40% το 2024.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας LNG στον κόσμο από το 2022, ξεπερνώντας την Κίνα και την Ιαπωνία, παρά τη μείωση της συνολικής της κατανάλωσης κατά 17% πέρυσι, δηλαδή κατά 22 bcm (δισ. κυβικών μέτρων).
Τα σκαμπανεβάσματα των τιμών
Παρά την είσοδο σε λειτουργία νέων έργων υγροποίησης και τη σύναψη νέων μακροπρόθεσμων συμβολαίων, η μελέτη προβλέπει ότι η εξάρτηση της ΕΕ από τα spot φορτία LNG θα παραμείνει μεγάλη καθ’ όλη τη διάρκεια της τρέχουσας δεκαετίας. Το γεγονός αυτό σημαίνει πως θα είναι ενισχυμένη η έκθεση της ΕΕ στη μεταβλητότητα των τιμών. Αν και οι διακυμάνσεις των τιμών έχουν μειωθεί σε σχέση με την κορύφωση του 2022, η μεταβλητότητα συνεχίζει να παραμένει υψηλή μέχρι τώρα.
Ο ACER επισημαίνει ότι μία αποτυχία στους στόχους απανθρακοποίησης θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη εξάρτηση της ΕΕ από LNG η προμήθεια του οποίου γίνεται από τις spot αγορές. Οι στόχοι μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου διαφέρουν μεταξύ του νομοθετικά δεσμευτικού «Fitfor 55» (30% μείωση έως το 2030 σε σχέση με το 2019, δηλαδή άνω των 120 bcm) και του πιο φιλόδοξου (αν και μη δεσμευτικού) σχεδίου REPowerEU (περίπου 210 bcm μείωση έως το 2030 σε σχέση με το 2019).
Εάν δεν εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες απανθρακοποίησης πέρα από τους στόχους του «Fit for 55», θα μπορούσε να αυξηθεί έως κατά 30 bcm η ζήτηση LNG στην ΕΕ έως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2024. Στην περίπτωση που η ζήτηση αυτή καλυφθεί μέσω LNG από τις spot αγορές, τότε θα αυξανόταν η έκθεση της ΕΕ στο volatility, με συνέπεια η προμήθεια αυτών των ποσοτήτων πιθανόν να γίνει με μεγαλύτερο κόστος έναντι του ανεφοδιασμού μέσω μεσοπρόθεσμων ή μακροπρόθεσμων συμβάσεων.
Διπλή στρατηγική
Για τη μείωση της αβεβαιότητας, ο ACER προτείνει μία διπλή στρατηγική. Πιο συγκεκριμένα, εισηγείται την επιτάχυνση της απανθρακοποίησης για τη μείωση της ζήτησης αερίου, καθώς και την εξασφάλιση επιπλέον ποσοτήτων LNG μέσω ευέλικτων συμβολαίων. Σύμφωνα με τη μελέτη, αυτή η ισορροπημένη προσέγγιση θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια, ενώ είναι ευθυγραμμισμένη με την «πράσινη ατζέντα» της ΕΕ.
Επιτάχυνση της απανθρακοποίησης
Η ταχύτερη ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η ενίσχυση του εξηλεκτισμού και η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης θα μειώσουν τη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου, περιορίζοντας την εξάρτηση της Ευρώπης τόσο από τα spot όσο και από τα συμβασιοποιημένα φορτία LNG (και το φυσικό αέριο συνολικά).
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι παρουσιάζεται υστέρηση στην περαιτέρω διείσδυση της αιολικής ενέργειας, του βιομεθανίου και του ανανεώσιμου υδρογόνου. Επομένως, για όσες «πράσινες» τεχνολογίες δεν ενισχύονται στον απαιτούμενο βαθμό, ενδεχομένως θα χρειαστούν διαρθρωτικά μέτρα.
Επιπλέον LNG μέσω ευέλικτων συμβολαίων
Αν και η ζήτηση φυσικού αερίου αναμένεται να μειωθεί μεσοπρόθεσμα, η εξασφάλιση πρόσθετων συμβασιοποιημένων ποσοτήτων LNG θα μείωνε σημαντικά τη βραχυπρόθεσμη έκθεση στο volatility. Για να διασφαλιστεί ωστόσο η συνέπεια με τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ, τα νέα συμβόλαια LNG θα πρέπει είτε να είναι βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, είτε να είναι μακροπρόθεσμα με ρήτρες όμως ευελιξίας.
Μεταξύ των προτάσεων του ACER, προς αυτή την κατεύθυνση, είναι να δοθεί προτεραιότητα στην ανανέωση ή επέκταση συμβολαίων που λήγουν μέχρι το 2030, στοχεύοντας σε ποσότητες έως 20 bcm, μέσω βραχυπρόθεσμων έως μεσοπρόθεσμων συμφωνιών (1 έως 5 έτη).