Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιέχει δύο προβληματικά σημεία σχετικά με τη χρηματοδότηση του REPowerEU:
(1) τη χρήση δικαιωμάτων εκπομπών που σήμερα είναι εκτός αγοράς άνθρακα (στο Αποθεματικό Σταθερότητας MSR) για τη συγκέντρωση ποσού ύψους 20 δις ευρώ και
(2) την άρση της αρχής «Μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» για επενδύσεις που χαρακτηρίζονται ως σημαντικές για την ενεργειακή ασφάλεια.
Στα σχόλιά του το Green Tank εξηγεί τις πιθανές συνέπειες από την εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων και καταθέτει αντιπροτάσεις.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο με τα σχόλια:
«Η χρηματοδότηση του σχεδίου REPowerEU μέσω της δημοπράτησης δικαιωμάτων εκπομπών από το Αποθεματικό Σταθερότητας της Αγοράς (MSR) αξίας 20 δισεκατομμυρίων (άρθρα 4 και 5) είναι ένα μέτρο με πολλούς κινδύνους και πρέπει να το αποφύγουμε. Πριν λίγους μήνες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έπραξε σωστά και απαγόρευσε από τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν μελλοντικά μερίδιά τους στα δικαιώματα εκπομπών και να τα δημοπρατήσουν για να αντιμετωπίσουν την τρέχουσα ενεργειακή κρίση τιμών διότι αυτό θα υπονόμευε την τιμή του άνθρακα. Η σημερινή πρόταση ενέχει πολύ μεγαλύτερους κινδύνους.
Πρώτον, θα μειώσει τις τιμές άνθρακα, επηρεάζοντας με αυτόν τον τρόπο αρνητικά την αποτελεσματικότητα του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών που είναι αναμφίβολα το πιο αποδοτικό εργαλείο κλιματικής πολιτικής της ΕΕ από την άνοδο των τιμών άνθρακα στο δεύτερο μισό του 2018 και έπειτα. Αυτό το μέτρο θα στείλει στους εμπλεκόμενους στην αγορά άνθρακα το μήνυμα πως η ΕΕ θα αναμειγνύεται στην αγορά κάθε φορά που θα αποφασίζεται αυθαίρετα ότι χρειάζονται επιπλέον κεφάλαια ή ότι η τιμή άνθρακα είναι πολύ υψηλή. Αυτό με τη σειρά του, θα δημιουργήσει τον κίνδυνο μιας πιο δομικής επιστροφής στον λιθάνθρακα και τον λιγνίτη σε όλη την Ευρώπη, υπονομεύοντας τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ για το 2030 (τόσο για το ΣΕΔΕ όσο και συνολικά).
Δεύτερον, η ανάλυση της δεξαμενής σκέψης Sandbag δείχνει πως είναι πολύ πιθανό τα επιπλέον δικαιώματα που δημοπρατούνται να μην επιστρέψουν στο Αποθεματικό Σταθερότητας της Αγοράς έως το τέλος της 4ης φάσης του ΣΕΔΕ, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε επιπλέον εκπομπές και να υπονομεύσει ακόμα περισσότερο τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ.
Συνολικά, λαμβάνοντας υπόψη το σχετικά χαμηλό ποσό χρημάτων που θα συλλεχθεί και την πιθανή βλάβη που θα προκαλέσει αυτό το μέτρο, γίνεται σαφές πως πρέπει να αναζητηθούν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Σε περίπτωση που το ΣΕΔΕ επιλεχθεί ως εργαλείο χρηματοδότησης, τότε ένας τρόπος να συλλεχθούν 20 δισεκατομμύρια είναι η επίσπευση της κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών που προσφέρονται στην ενεργοβόρο βιομηχανία σε τεράστιες ποσότητες ως σήμερα και είναι σε ένα μεγάλο βαθμό υπεύθυνα για το γεγονός ότι οι εκπομπές της βιομηχανίας παραμένουν υψηλές.
Αν επιλεχθεί ο δρόμος της εμπροσθοβαρούς κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων, τα επιπλέον κεφάλαια που θα συλλεχθούν από τη δημοπράτηση αυτών των δικαιωμάτων, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση του REPowerEU, χωρίς τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης της αγοράς άνθρακα ή της έκλυσης περισσότερων αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Ένα επιπλέον όφελος που προσφέρει αυτό το μέτρο είναι η δημιουργία κινήτρων για την απαναθρακοποίηση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων και η χρήση ενός πολύ μεγαλύτερου Ταμείου Καινοτομίας (ή Ταμείου Επενδύσεων για το Κλίμα όπως το αποκαλεί το Ευρωκοινοβούλιο) για αυτόν τον σκοπό.
Μια άλλη πολύ επισφαλής πτυχή των προτεινόμενων κεφαλαίων για τον Κανονισμό για το REPowerEU στα Σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι η άρση της αρχής “μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» για τις επενδύσεις που «συμβάλλουν στην ενεργειακή ασφάλεια” (άρθρο 21). Πρώτον, τέτοιες θεμελιώδεις αρχές δεν πρέπει να παραμερίζονται σε περιόδους κρίσης. Αντιθέτως, είναι ειδικά σε τέτοιες περιόδους που αυτές οι αρχές και οι αντίστοιχοι στόχοι τους πρέπει να ενδυναμώνονται, όπως συνέβη στην περίπτωση της διαχείρισης της πανδημίας Covid-19 πριν δύο χρόνια, όταν η δέσμευση της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα και όλες οι προβλέψεις και οι στόχοι της Πράσινης Συμφωνίας δοκιμάστηκαν και αμφισβητήθηκαν, αλλά τελικά ενδυναμώθηκαν.
Δεύτερον, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι η ενεργειακή ασφάλεια δεν είναι εφικτή χωρίς την άρση της αρχής “μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης”. Αντιθέτως, ανάλυση τεσσάρων δεξαμενών σκέψης (Ember, RAP, E3G, Bellona ) δείχνει πως η εξάλειψη της εξάρτησης από το ρωσικό ορυκτό αέριο είναι εφικτή πολύ νωρίτερα σε σχέση με ό,τι προβλέπει το REPowerEU, μέσω της επιτάχυνσης της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των αντλιών θερμότητας σε μεγάλη κλίμακα, της μειωμένης ποσότητας αερίου από άλλες πηγές και χωρίς νέες υποδομές ορυκτού αερίου.
Τρίτον, η αρχή της “μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης” είναι η μόνη ασπίδα στα Σχέδια Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ώστε να αποτραπούν επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, μεταξύ των οποίων ο λιγνίτης και ο λιθάνθρακας . Η άρση αυτής της αρχής, ειδικά σε συνδυασμό με τη μείωση των τιμών άνθρακα που θα προκαλέσει η δημοπράτηση των δικαιωμάτων εκπομπών από το Αποθεματικό Σταθερότητας της Αγοράς μπορεί να δημιουργήσει κίνητρα για την παράταση της ζωής των λιγνιτικών μονάδων στην Ευρώπη, με καταστροφικές συνέπειες για το κλίμα».