Ο άνθρωπος που κάθεται απέναντί μου στο μικρό ξενοδοχείο των Δελφών λέγεται Θανάσης Λαζανάς, είναι 50άρης και έως την κρίση του 2008 δούλευε στην αυτοκινητοβιομηχανία. Τότε αποφάσισε να κάνει κάτι δικό του. Το τελευταίο του μεγάλο project είναι να επενδύσει μέχρι 100 εκατομμύρια στην ελληνική οικονομία, με πιο εμβληματική επένδυση εκείνη σε ένα εργοστάσιο ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Ο Λαζανάς έχει γυρίσει όλο τον κόσμο, αναδιάρθρωσε πολλές επιχειρήσεις – αυτό ξέρει να κάνει – πριν αγοράσει την Arclif, μια εταιρεία συμμετοχών με την οποία επιθυμεί να λειτουργήσει το πρώτο εργοστάσιο ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην Ελλάδα. Η εταιρεία του, η Arclif, είναι μια εταιρεία συμμετοχών και δεν «μπαίνει ποτέ μόνο σε ένα project». Πιο γνωστές τοποθετήσεις της είναι στο Facebook και στο Spotify πριν από τη δημόσια προσφορά των μετοχών τους. Στον γερμανόφωνο κόσμο οι εταιρείες της Arclif την τριετία 2011-2014 επένδυσαν 33 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα, κυρίως σε παροχή υπηρεσιών, startups και τεχνολογία.
Στόχος, η Αμερική
Η ιδέα που κινεί τον Λαζανά είναι ότι «όλες οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν εγκαταλείψει την αγορά B to C (Businnes to Consumer) στους Αμερικανούς. Πρέπει η Ευρώπη να ξαναβρεί αυτή την αγορά αλλιώς… χαθήκαμε». Οι συζητήσεις του με υποψήφιους συνεταίρους στην Ελλάδα είναι προχωρημένες, αλλά τον απασχολεί ακόμα πώς το κράτος θα εξασφαλίσει την απαραίτητη υποδομή για την οργάνωση της παραγωγής.
To 2014 παίρνει την άδεια της General Motors να μετασκευάσει το Hummer σε ηλεκτρικό αυτοκίνητο. Στην αρχή είναι μια ιδέα για έναν μικρό αριθμό αυτοκινήτων που δοκιμαστικά αρχίζουν να κυκλοφορούν σε νέες πόλεις που χτίζονται και κινούνται με πράσινη ενέργεια – ιδιαίτερα στην Ασία –, ενώ αργότερα το αυτοκίνητο –που έχει αυτονομία 80 χιλιομέτρων, είναι πολύ ελαφρύ και μοιάζει με αυτοκίνητο για μεταφορά εξαρτημάτων του γκολφ– αρχίζει και «πιάνει» στην Ευρώπη.
H οικογένεια του Λαζανά είναι από την Πάτρα, αλλά ο ίδιος γεννήθηκε και σπούδασε στη Γερμανία, για να δουλέψει μετά στη Ford από την οποία παραιτήθηκε δύο εβδομάδες πριν από την κατάρρευση της Lehman. «Ήταν η καλύτερη απόφαση της ζωής μου», λέει. Το αυτοκίνητό του δεν είναι καινούργιο. Εχει ένα βαρύ όνομα, Hummer, αλλά είναι το… αντίθετό του. «Είναι ελαφρύ, δεν χρειάζεται μεγάλη συντήρηση, συνδέεις τις μπαταρίες και φεύγεις. Όταν θέλεις να πας σε γήπεδο γκολφ, πατάς ένα κουμπί και γίνεται αυτοκίνητο για γήπεδο γκολφ».

Στην Κίνα
Σήμερα παράγει στην Κίνα το ηλεκτρικό Hummer που κοστίζει 19.000 ευρώ – η GM παίρνει ένα ποσοστό για κάθε αυτοκίνητο – αλλά το 2014 είχε συνομιλίες με την τουρκική κυβέρνηση. «Από τη Γερμανία μού είπαν ότι η μετακίνηση στην Τουρκία έκρυβε κάποια ρίσκα. Έτσι άρχισα να εξετάζω σοβαρά την υπόθεση της Ελλάδας».
Σήμερα το κινεζικό εργοστάσιο δουλεύει εργολαβία τα αυτοκίνητα της MEV cars, μιας από τις πολλές θυγατρικές της Arclif Group. «Παράγουμε μόνο ύστερα από παραγγελία. Έτσι θα γίνει και στην Ελλάδα όταν ξεκινήσουμε, αλλά πιστεύω ότι μπορούμε να φτάσουμε τα 2.000 αυτοκίνητα τον χρόνο και στη συνέχεια τα 10.000», λέει στην «Κ». Το αυτοκίνητο στοιχίζει 19.000 ευρώ και το μόνο του μειονέκτημα είναι ότι κινείται με συμβατικές μπαταρίες (μολύβδου). Η τοποθέτηση μπαταριών λιθίου, κάτι που μελετούν στην MEV, θα εκτίνασσε την τιμή του στο υπερδιπλάσιο.
Από τα 100 εκατομμύρια που θέλει η Arclif να τοποθετήσει στην Ελλάδα την επόμενη δεκαετία, το ηλεκτρικό αυτοκίνητο δεν θα απορροφήσει τα περισσότερα. Ο Λαζανάς γνωρίζοντας το ρίσκο θέλει να διασπείρει τα κεφάλαια σε startups, αγορές ακινήτων, στον κλάδο των φαρμακευτικών και των καλλυντικών και σε μια εφαρμογή πληροφορικής που ψηφιακά μπορεί να αποθηκεύσει έως 4.000 σελίδες δεδομένων σε ένα φορητό… νύχι. Για το τελευταίο έχει συζητήσει με μεγάλο όμιλο στον χώρο της ιδιωτικής παροχής υπηρεσιών Υγείας.
Με δικά μας χρήματα
Ποιο είναι το μεγαλύτερο αντικίνητρο στη σημερινή Ελλάδα; «Έχουμε έξυπνους, μορφωμένους ανθρώπους, καλούς επιχειρηματίες και μέχρι σήμερα οι αρμόδιοι μας έχουν αντιμετωπίσει ενθαρρυντικά», λέει με αφελή φαινομενικά αισιοδοξία. Και η χρηματοδότηση; «Μας ενδιαφέρει, αλλά δουλεύουμε με δικά μας χρήματα. Κερδίζουμε και χάνουμε από δικά μας χρήματα. Δεν χρωστάμε στις τράπεζες, ό,τι χάνουμε είναι από την τσέπη μας. Όταν είναι κάτι που “περπατάει” το κρατάμε, αλλιώς το πουλάμε και αντισταθμίζουμε τον κίνδυνο με κάτι άλλο».

Γράφει ο Τάσος Τέλλογλου – Πηγή: www.kathimerini.gr