Οι νέοι στόχοι για την προώθηση της ανακύκλωσης, η ανάγκη για χρηματοδότηση της κλιματικής προσαρμογής και η έμφαση στη δίκαιη μετάβαση που θα δώσει η Ε.Ε το επόμενο διάστημα, συζητήθηκαν χθες στην πρώτη μέρα της διήμερης άτυπης Συνόδου των υπουργών Περιβάλλοντος.
Οι υπουργοί συζήτησαν επίσης τη διευκόλυνση των συνθηκών τη συζήτηση για τον κλιματικό στόχο της ΕΕ για το 2040, τη χρηματοδότηση και του και πώς θα επιτευχθεί κοινωνική προστασία. Στη Σύνοδο συμμετείχε ο υπουργός, κ. Θεόδωρος Σκυλακάκης και ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων, κ. Πέτρος Βερελίδης.
Με βάση τα στοιχεία από τις αναλύσεις που παρουσιάστηκαν με τίτλο «Global Resources Outlook» και «State and Outlook Report on Circular Economy», οι Υπουργοί συζήτησαν πώς η κυκλική οικονομία μπορεί να συμβάλει στην κλιματική ουδετερότητα, στην αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και στη μηδενική ρύπανση.
Ο στόχος της Ε.Ε
Στόχος της Ε.Ε είναι να επενδύσει στην κυκλική οικονομία γιατί αυτό μπορεί να αλλάξει πραγματικά το παιχνίδι στην πράσινη μετάβαση και με τη μείωση της χρήσης πρώτων υλών να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2030. Όπως παρουσιάστηκε υτό το μοντέλο μπορεί επίσης να έχει επιτυχία στη δημιουργία πάνω από 700.000 θέσεων εργασίας στην ΕΕ.
Η επιτάχυνση της μετάβασης σε μια κυκλική οικονομία είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνία. Το Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία (CEAP) οδήγησε σε ένα ευρύ φάσμα πρωτοβουλιών σε επίπεδο Ένωσης με επίκεντρο τη βιώσιμη διαχείριση απορριμμάτων και υλικών και την κυκλικότητα των καταναλωτικών προϊόντων.
Όμως παρά τον μεγάλο αριθμό πρωτοβουλιών πολιτικής της ΕΕ τα τελευταία χρόνια, η αύξηση της κυκλικότητας στην ευρωπαϊκή οικονομία είναι αργή, ήταν 11,5% το 2022 και παραμένει στάσιμη τα τελευταία 5 χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν ανακυκλώνουμε λιγότερο από το ήμισυ των 2,4 δισεκατομμυρίων τόνων συνολικών αποβλήτων που παράγονται στην Ευρώπη και καμία αύξηση στο μερίδιο των αποβλήτων ανακυκλώνεται έχει καταγραφεί από το 2014.
Η κατανάλωση υλικών ανέρχεται σχεδόν στα 6,6 δις τόνους, σημαντικά υψηλότερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο και πολύ μεγαλύτερο από εκείνο των χωρών εκτός ΕΕ χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, αν και η κατανάλωση παρέμεινε σταθερή από το 2010.
Κλιματική προσαρμογή, η νέα μεγάλη πρόκληση
Η κλιματική κρίση και το πώς η Ευρώπη πρέπει να βρει πόρους για να αυξήσει την κοινωνική και οικονομική ανθεκτικότητα της ενόψει της κλιματικής αλλαγής ήταν στο επίκεντρο των συζητήσεων. Εντοπίστηκαν οι τομείς στους οποίους μπορούν να ληφθούν περαιτέρω μέτρα τα επόμενα χρόνια προκειμένου να ενισχυθεί η ετοιμότητα της ΕΕ.
Επισημάνθηκε η ανάγκη να αναληφθούν ισχυρότερες δεσμεύσεις και δράσεις που πρέπει να αναληφθούν σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης και σε όλους τους τομείς πολιτικής.
Oι δηλώσεις Σκυλακάκη
Ο υπουργός κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι τα κόστη της προσαρμογής στην κλιματική κρίση δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς αλληλεγγύη τονίζοντας ότι στις περισσότερο ευάλωτες περιοχές τα κόστη αυτά θα είναι πολύ μεγάλα και δεν προέρχονται από φυσικά φαινόμενα, είναι ανθρωπογενή, δημιουργώντας αυξημένες ευθύνες αλληλεγγύης (εθνικής και ευρωπαϊκής) στις λιγότερο ευάλωτες περιοχές.
Μόνο τον τελευταίο χρόνο -όπως σημείωσε ο Υπουργός- το κόστος για να ανταπεξέλθουμε στις ζημίες που προκάλεσαν οι πλημμύρες αντιστοιχεί στο 1,5% του ΑΕΠ. Επιπλέον, θα πρέπει σε κάποιες περιπτώσεις να γίνει μετεγκατάσταση ολόκληρων χωριών και να υπάρξει μέριμνα για τους αγρότες των παρακάρλιων χωριών, που η γη τους έχει μετατραπεί σε λίμνη, καθώς 180.000 στρέμματα είναι πλημμυρισμένα. Γι’ αυτό, δεν είναι μόνο αναγκαίο να συμμετέχει και ο ιδιωτικός τομέας -ιδίως μεγαλύτερες επιχειρήσεις- μέσω της ασφάλισης για κλιματικούς κινδύνους, αλλά απαιτείται να ευρεθούν πανευρωπαϊκά λύσεις, ώστε να μπορεί να λειτουργεί η ασφαλιστική αγορά και στις ευάλωτες περιοχές, όπου το υψηλό κόστος μπορεί να την καθιστά απαγορευτική.
Ο κ. Σκυλακάκης υπογράμμισε, πως υπάρχει σοβαρός κίνδυνος (αν όχι βεβαιότητα) τα διαθέσιμα κονδύλια (ευρωπαϊκοί και εθνικοί πόροι) για προσαρμογή στα νέα κλιματικά δεδομένα, τα οποία αφορούν σε περισσότερο ευάλωτες περιοχές, να είναι ανεπαρκή. «Γι’ αυτό το λόγο, θα απαιτηθεί δραστική επαναξιολόγηση των κοινοτικών και των εθνικών προϋπολογισμών και κατά συνέπεια των δημοσιονομικών στόχων», τόνισε, για να προσθέσει: «Είμαστε, ήδη, στο νέο κλίμα. Δεν θα έχουμε κλιματική αλλαγή. Το κλίμα έχει, ήδη, αλλάξει».
Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε στις κακοκαιρίες «Daniel» και «Elias», που έπληξαν τη χώρα μας το φθινόπωρο του 2023. Επισήμανε πως συνέβη μία πλημμύρα, η οποία με βάση το παλιό κλίμα, θα συνέβαινε μία φορά στα 1.000 χρόνια και την ακολούθησε -τον ίδιο μήνα στην ίδια περιοχή- ακόμη μία κακοκαιρία, που θα συνέβαινε μία φορά στα 200 χρόνια.