Την ακτινογραφία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας κατά το δίμηνο της ενεργειακής κρίσης, Δεκεμβρίου – Ιανουαρίου αποκαλύπτει ο ΛΑΓΗΕ.
Μέσα από τα μηνιαία δελτία συστήματος συναλλαγών του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού που εκδίδει ο Λειτουργός της Αγοράς, αναδεικνύονται πώς κινήθηκαν για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης ρεύματος η ΔΕΗ, οι ΑΠΕ και οι ανεξάρτητοι παραγωγοί ρεύματος, αλλά και ποιες ήταν οι ανάγκες σε φορτία της δημόσιας επιχείρησης και των εναλλακτικών προμηθευτών.
Ενδιαφέρον αποτελεί το πώς διαμορφώθηκαν οι μέγιστες Οριακές Τιμές του Συστήματος (ΟΤΣ) το δίμηνο της ενεργειακής κρίσης, ποιοι παίκτες τις διαμόρφωσαν και ποιοι τις πλήρωσαν.
Ειδικότερα, τον Ιανουάριο, η μέγιστη Οριακή Τιμή του Συστήματος σημειώθηκε στις 8 το βράδυ στις 24 Ιανουαρίου και ήταν στα 200 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, ενώ τον Δεκέμβριο, η υψηλότερη ήταν στα 299 ευρώ και καταγράφηκε στις 12 του μηνός τις ώρες 7, 8 και 9 το βράδυ.
Η μέση ΟΤΣ για τον Ιανουάριο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΛΑΓΗΕ, ήταν στα 74,60 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, ενώ τον Δεκέμβριο είχε διαμορφωθεί στα 51,09 ευρώ.
Τα υδροηλεκτρικά καθόρισαν την ΟΤΣ
Ποια ήταν όμως η πηγή παραγωγής ενέργειας που καθόρισε την Οριακή Τιμή Συστήματος τους δύο μήνες της ενεργειακής κρίσης; Τα ίδια τα μηνιαία δελτία του συστήματος συναλλαγών του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού δίνουν την απάντηση: Τον Ιανουάριο, σε σχέση με τον Δεκέμβριο, τα υδροηλεκτρικά διπλασίασαν τον ρόλο τους ως προς τον καθορισμό της ΟΤΣ, δηλαδή το ύψος των οικονομικών προσφορών που έδωσαν στον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό.
Για την ακρίβεια, τον περασμένο μήνα οι ώρες που αντιστοιχούσαν στα νερά ήταν 203, ενώ τον Δεκέμβριο μετρήθηκαν για 115 ώρες. Μάλιστα αντικατέστησαν τις λιγνιτικές μονάδες, αφού αυτές τον Ιανουάριο έπεσαν στις 78 από 248 ώρες τον Δεκέμβριο – στο ένα τρίτο. Οι ώρες που οι μονάδες του φυσικού αερίου όρισαν την ΟΤΣ ήταν για τον Ιανουάριο 354 και τον Δεκέμβριο 311.
Η μεταβολή ήταν μικρή. Ανεπαίσθητη ήταν η μεταβολή για τις εισαγωγές ρεύματος (31 τον Δεκέμβριο, 33 τον Ιανουάριο), ενώ οι εξαγωγές σχεδόν διπλασιάστηκαν: από τις 39 ώρες τον τελευταίο μήνα του χρόνου αυξήθηκαν στις 76 τον πρώτο μήνα του 2017.
Στις 24 Ιανουαρίου δε, τα υδροηλεκτρικά καθόρισαν πάνω από 50% την ΟΤΣ. Υπενθυμίζεται ότι τότε καταγράφηκε η μέγιστη των 200 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Κι επειδή υδροηλεκτρικά και λιγνίτης ανήκουν στη ΔΕΗ, η επιβεβαίωση ως προς το ποσοστό της μηνιαίας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έρχεται από το μηνιαίο δελτίο του ΛΑΓΗΕ, που δείχνει ότι τον Ιανουάριο η ΔΕΗ είχε το 67,88% της παραγωγής και τον Δεκέμβριο το 61,46%. Για τον περασμένο μήνα ακολούθησαν οι ΑΠΕ με μερίδιο 13,46%, η Elpedison με 6,07%, η μονάδα “ΙΙ” της Ήρων με 4,07%, η Protergia με 3,5%, η Korinthos Power με 3,11% και η Αλουμίνιον της Ελλάδας με 1,9%.
Η ζήτηση ρεύματος ανά προμηθευτή
Ποιος προμηθευτής, όμως, πλήρωσε το μεγαλύτερο κόστος των υψηλών ΟΤΣ που έδωσαν ουσιαστικά τα υδροηλεκτρικά και ο λιγνίτης της ΔΕΗ; Η απάντηση έρχεται στα μερίδια της προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, που παρουσιάζει ο ΛΑΓΗΕ:
Η ίδια η ΔΕΗ!
Κι αυτό επειδή τον Ιανουάριο είχε δηλώσει φορτία στον ΗΕΠ, ήτοι ανάγκες αγοράς ενέργειας για τους καταναλωτές – πελάτες της, της τάξης του 89,59%. Τον Δεκέμβριο, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 89,83%. Ακολούθησαν η Elpedison με 2,78%, η Ήρων με 2,49%, η Protergia με 2,44%, η Watt & Volt με 0,76%, η NRG Trading με 0,70%, η Volterra με 0,48%, η Green με 0,36% κ.ο.κ.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία του ΛΑΓΗΕ δεν δείχνουν μερίδια ανά μετρητή αλλά ανά φορτίο. Ή, με πιο απλά λόγια, το ύψος της κατανάλωσης ενέργειας που απαιτούν οι κατηγορίες των πελατών κάθε εταιρίας.
Ως προς επιβεβαίωση των παραπάνω, έρχονται τα στοιχεία του Λειτουργού της Αγοράς, που δείχνουν ότι η ΔΕΗ τον Ιανουάριο είχε στη χαμηλή τάση το 60,72% και τον Δεκέμβριο το 59,67%. Δηλαδή το μερίδιό της αυξήθηκε κατά μία μονάδα. Αντίθετα, το αντίστοιχο στη μέση τάση, όπου εκεί παίζουν περισσότερο οι ανεξάρτητοι προμηθευτές, έμεινε στα ίδια επίπεδα. Τον περασμένο μήνα ήταν 18,78% και τον Δεκέμβριο στα 18,82%.
Η χαμηλή τάση, όπου εκεί η ΔΕΗ συγκεντρώνει το συντριπτικά υψηλότερο μερίδιο των πελατών της, και μάλιστα νοικοκυριά, έχει ευμετάβλητη πορεία. Κι αυτό επειδή, για παράδειγμα, τον χειμώνα οι οικογένειες που ηλεκτροδοτούνται από τη δημόσια επιχείρηση ζητούν περισσότερο ρεύμα. Αντίθετα στη μέση τάση, όπου βρίσκονται μόνο επιχειρήσεις, η κατανάλωση ρεύματος παραμένει σχεδόν σταθερή.
Οι εισαγωγές και οι εξαγωγές
Αποκαλυπτικά είναι και τα στοιχεία των εισαγωγών και εξαγωγών ρεύματος στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Τον Ιανουάριο, όταν αποκαταστάθηκε η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Ιταλίας, οι εισαγωγές ρεύματος από τη χώρα της Αδριατικής αντιστοιχούσαν στο 32,5%, ενώ τον Δεκέμβριο ήταν μόλις 1,43%. Οι εισαγωγές από τη Βουλγαρία, τον περασμένο μήνα, ήταν 29,96%, ενώ τον Δεκέμβριο ήταν στο 44,7%. Από την ΠΓΔΜ η χώρα εισήγαγε το 16,31%, σε αντίθεση με τον τελευταίο μήνα του χρόνου, οπότε το ποσοστό ήταν 34,63%. Από την Αλβανία μπήκαν ποσότητες ρεύματος ίσες με το 12,46% των εισαγωγών, έναντι 17,79% τον Δεκέμβριο. Αυξημένες ήταν και οι εισαγωγές ρεύματος από την Τουρκία (8,77% από 1,46%).
Σε ό,τι αφορά στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, η ΠΓΔΜ βομβαρδίστηκε… αποσπώντας τον Ιανουάριο το 42,35% του συνόλου σε σχέση με το 15,91% τον προηγούμενο μήνα. Δεύτερη χώρα εξαγωγής ρεύματος ήταν η Αλβανία με 29,33% έναντι 17,87%, τρίτη η Βουλγαρία με 26,54% από 26,27% τον Δεκέμβριο, ενώ δραματική πτώση σημείωσαν οι πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας στην Τουρκία. Τον Ιανουάριο ήταν μόλις 0,93% έναντι 31,71%. Κάτι ανάλογο συνέβη και με το προς εξαγωγή ρεύμα στην Ιταλία. Το ποσοστό τον Ιανουάριο ήταν 0,86% έναντι 8,24%.