Η αξία πωλήσεων των επιχειρήσεων του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών ενισχύθηκε σημαντικά το 2021 και διαμορφώθηκε σε €10,5 δισεκ. έναντι €8,3 δισεκ. το 2020, καταγράφοντας αύξηση κατά 27,1% σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ.
Παράλληλα, ο όγκος πωλήσεων υποχώρησε το 2021 κατά 4,2% (σε 11.179 χιλ. μετρικούς τόνους από 11.674 χιλ. μετρικούς τόνους το 2020) εξαιτίας της εφαρμογής μέτρων περιορισμού οικονομικών δραστηριοτήτων και μετακινήσεων και τους πρώτους μήνες του 2021 για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Επομένως, η αύξηση στην αξία των πωλήσεων το 2021, παρά τον μικρότερο όγκο πωλήσεων, οφείλεται στην άνοδο της μέσης τιμής πώλησης των προϊόντων.
Το συνολικό κόστος πωληθέντων, αυξήθηκε κατά 27,3%και διαμορφώθηκε το 2021 σε €10 δισεκ. από €7,9 δισεκ. το 2020. Το 64,3% του κόστους πωληθέντων αφορά στο κόστος εισαγωγής CIF, το οποίο –με δεδομένο ότι εξαρτάται από τις διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές των προϊόντων πετρελαίου– αποτέλεσε τον κυριότερο παράγοντα μεταβολής του κόστους πωληθέντων το 2021. Οι δασμοί και φόροι με ποσοστό 34,7% αποτελούν τον δεύτερο σημαντικότερο παράγοντα διαμόρφωσης του κόστους πωληθέντων, ενώ οριακή είναι η επίδραση των άμεσων εξόδων αγορών, που συμμετέχουν στο κόστος πωληθέντων με ποσοστό 0,9%.
Η μικτή κερδοφορία του κλάδουενισχύθηκε σημαντικά το 2021 σε €456,7 εκατ. από €367,8 εκατ. την προηγούμενη χρονιά (+24,2%). Οι υπόλοιπες δαπάνες των επιχειρήσεων του κλάδου –που σε πολύ μεγάλο βαθμό (68,6%) σχετίζονται με τα λοιπά λειτουργικά έξοδα και τις αμοιβές προσωπικού– διαμορφώθηκαν το 2021 σε €445,7 εκατ. σημειώνοντας οριακή αύξηση σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (+0,1%). Αυτό οφείλεται στο ότι η μείωση των αποσβέσεων, των εργοδοτικών εισφορών και των έκτακτων και ανόργανων εσόδων αντισταθμίστηκε από την αύξηση στα λειτουργικά έξοδα και στις αμοιβές προσωπικού σχέση με τα επίπεδα του προηγούμενου έτους.
Τα καθαρά κέρδη του κλάδου (μετά από φόρους) κυμάνθηκαν σε θετικό επίπεδο καιδιαμορφώθηκαν σε €44,7 εκατ. το 2021από ζημιές -€33,7 εκατ. το 2020. Το αποτέλεσμα αυτό επηρεάστηκε από τη σημαντική ενίσχυση στα μικτά κέρδη (22,6%) σε συνδυασμό με την οριακή μεταβολή των συνολικών δαπανών (+0,1%).