Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ανακοινώνει τη δημοσιοποίηση των Πεπραγμένων του έτους 2020 τα οποία υποβλήθηκαν πρόσφατα στον Πρόεδρο της Βουλής και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση της Αρχής, ηΈκθεση Πεπραγμένων περιέχει εκτεταμένη πληροφόρηση για την εξέλιξη της ελληνικής ενεργειακής αγοράς, αλλά και χρήσιμη καταγραφή των δράσεων της Αρχής μέσα στο 2020 με γνώμονα την αποτελεσματική εκπλήρωση του θεσμικού της ρόλου.
Εκτός από λεπτομερή στατιστικά στοιχεία για τις επιμέρους αγορές, η Έκθεση περιέχει σειρά υποστηρικτικών πληροφοριών για το ιστορικό εν εξελίξει έργων και ρυθμιστικών πρωτοβουλιών, καθώς και αναφορές σε Αποφάσεις της Αρχής συνοδευόμενες, κατά περίπτωση, από σύντομο ιστορικό και τεκμηρίωση των δεδομένων που οδήγησαν στη λήψη της εκάστοτε Απόφασης.
Το 2020 η Αρχή ανταποκρίθηκε στο θεσμικό της ρόλο επιταχύνοντας και ολοκληρώνοντας σημαντικές ενεργειακές μεταρρυθμίσεις όπως και έργα ψηφιακού μετασχηματισμού προς όφελος της ενεργειακής αγοράς, των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας.
Σημειώνεται ότι το 2020 από την Ολομέλεια της Αρχής εκδόθηκαν συνολικά 1.575 Αποφάσεις, εκ των οποίων οι 231 ήταν Ρυθμιστικές και οι 775 Αδειοδοτικές, καθώς και 16 Γνωμοδοτήσεις προς τον Υπουργό Ενέργειας και Περιβάλλοντος.
Χαρακτηριστικό του όγκου εργασιών της Αρχής είναι ότι μέσα στο 2020 διεκπεραίωσε 19.704 εισερχόμενες και 5.251 εξερχόμενες επιστολές, η Νομική Υπηρεσία παρέστη σε 93 δικαστήρια, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκαν 92 δημόσιες διαβουλεύσεις επί ρυθμιστικών θεμάτων.
Στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, επιτεύχθηκε η ιστορική μεταρρύθμιση της έναρξης λειτουργίας του Μοντέλου Στόχου (Target Model) με τη λειτουργία των τεσσάρων νέων αγορών. Η ΡΑΕ είχε καταλυτικό ρόλο στην ολοκλήρωση του δευτερογενούς πλαισίου με την έκδοση άνω των εξήντα (60) αποφάσεων για τη λειτουργία των τριών βραχυπρόθεσμων αγορών.
Στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας η ΡΑΕ σχεδίασε, ανέπτυξε και υλοποίησε ένα καινοτόμο πληροφοριακό σύστημα ΑΠΕ, μέσω του οποίου, εξέδωσε νέες αιτήσεις στον κύκλο Δεκεμβρίου 2020 για συνολική ισχύ 45,55GW.
Παράλληλα, διεκπεραίωσε μέσα στο 2020, 1.420 παλιές αιτήσεις των έξι (6) κύκλων Σεπτ. 18-Δεκ. 2019, 1.864 και εξέδωσε 1.273 Βεβαιώσεις Παραγωγού για συνολική ισχύ 20GW περίπου. Παράλληλα υλοποιήθηκαν με απόλυτη επιτυχία οι Διαγωνισμοί για έργα ΑΠΕ, μία κοινή ανταγωνιστική διαδικασία (Απρίλιος 2020) και δύο ανά τεχνολογία ανταγωνιστικές διαδικασίες για Αιολικές και Φ/Β εγκαταστάσεις, ενώ το Δεκέμβριο του 2020 προκηρύχθηκε η επόμενη κοινή ανταγωνιστική διαδικασία που θα ολοκληρωθεί το Μάιο του 2021.
Στον τομέα του φυσικού αερίου, κομβικός υπήρξε ο ρόλος της ΡΑΕ στον πολυετή σχεδιασμό, σε στενή συνεργασία με την Ιταλική (ARERA) και την Αλβανική (ERE) Ρυθμιστική Αρχή, του ρυθμιστικού του πλαισίου του αγωγού TAP, η εμπορική λειτουργία του οποίου ξεκίνησε στα τέλη του 2020, συνδέοντας την ελληνική αγορά φυσικού αερίου με αυτή της Ιταλίας και κατ΄ επέκταση της Κεντρικής Ευρώπης. Σημαντική για τον υγιή ανταγωνισμό υπήρξε και η αναθεώρηση της διαδικασίας του ετήσιου προγραμματισμού εκφορτώσεων Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) στη Ρεβυθούσα.
Παράλληλα, η Αρχή ενέκρινε το 10ετές πρόγραμμα ανάπτυξης της ΔΕΣΦΑ ΑΕ, με έμφαση σε έργα επέκτασης σε νέες περιοχές της χώρας, καθώς και τα πενταετή προγράμματα ανάπτυξης των διαχειριστών αερίου (ΔΕΔΑ ΑΕ, ΕΔΑ ΑΤΤΙΚΗΣ ΑΕ, ΕΔΑ ΘΕΣΣ ΑΕ) στα οποία υιοθετήθηκε καθεστώς κινητροδότησης, όπου συνδέθηκε η απόδοση του extraWACC με την υλοποίηση στόχων στη διείσδυση του αερίου, αλλά και στη μείωση του συνολικού κόστους διανομής για τους καταναλωτές.
Κατά το 2020, εγκρίθηκε και η μεθοδολογία επιτρεπόμενου εσόδου για την ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, στην οποία εισήχθησαν για πρώτη φορά σε ενεργειακό διαχειριστή κίνητρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των Ελεγχόμενων Λειτουργικών Δαπανών.
Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, με γνώμονα την προστασία των Καταναλωτών, σχεδίασε, ανέπτυξε, και το 2020 έθεσε σε λειτουργία, το Εργαλείο Σύγκρισης Τιμών για τον Ηλεκτρισμό και το Φυσικό Αέριο, που περιλαμβάνει 387 προϊόντα, και με το οποίο οι καταναλωτές μπορούν να συγκρίνουν το συνολικό κόστος του ανταγωνιστικού σκέλους των προσφερόμενων τιμολογίων, και των ρυθμιζόμενων χρεώσεων που συναρτώνται με την κατανάλωση ενέργειας.