Αποτελεί δέσμευση της κυβέρνησης να σχεδιάσει και να υλοποιήσει το Εθνικό Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή, μαζί με τις τοπικές κοινωνίες που επηρεάζονται περισσότερο και με τη ΔΕΗ, μεριμνώντας για τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο που θα περιλαμβάνει τον πρωτογενή τομέα, τη βιομηχανική δραστηριότητα και τον κλάδο υπηρεσιών.
Αυτό ήταν το βασικό μήνυμα της επίσκεψης του υφυπουργού Ενέργειας κ. Γεράσιμου Θωμά στην λιγνιτική περιοχή στη Μεγαλόπολη, κατά τη διάρκεια της οποίας συναντήθηκε με εκπροσώπους των εργαζομένων και την διοίκηση της ΔΕΗ, παρέστη σε ειδική συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του δήμου Μεγαλόπολης και έδωσε συνέντευξη Τύπου με τον Περιφερειάρχη Πελοποννήσου κ. Παναγιώτη Νίκα και τον Υφυπουργό Εξωτερικών αρμόδιο για τον Απόδημο Ελληνισμό(και βουλευτή νομού Αρκαδίας) κ. Κωνσταντίνο Βλάσση.
Επισκέφθηκε επίσης τη λιγνιτική μονάδα τη ΔΕΗ Μεγαλόπολη 4, τη μονάδα φυσικού αερίου Μεγαλόπολη 5, τις εγκαταστάσεις τηλεθέρμανσης της περιοχής, καθώς και την πρότυπη μονάδα ανακύκλωσης ΠΟΚΑΣ ΑΡΚΑΔΙΚΗ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ στη ΒΙΠΕ Τρίπολης που δραστηριοποιείται στην αναγέννηση πλαστικών πρώτων υλών.
Στο πλαίσιο των επαφών του, ο κ. Θωμάς υπογράμμισε ότι η απολιγνιτοποίηση υπαγορεύεται αφενός από περιβαλλοντικούς λόγους (στο μέτρο που η μετάβαση σε οικονομία κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 αποτελεί πρωταρχικό στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ) και αφετέρου από οικονομικούς, καθώς η ΔΕΗ αντιμετωπίζει εντεινόμενη πίεση από το κόστος των λιγνιτικών μονάδων, συνεπεία της αυξανόμενης τιμής των εκπομπών ρύπων διοξειδίου του άνθρακα.
Όπως εξήγησε, η τιμή της «λιγνιτικής μεγαβατώρας» διαμορφώνεται στα 80-90 ευρώ, τη στιγμή που η Οριακή Τιμή Συστήματος –με βάση τα τελευταία στοιχεία- κυμαίνεται γύρω στα 60 ευρώ/MWh, ενώ στις τελευταίες δημοπρασίες της ΡΑΕ (Δεκέμβριος 2019) οι τιμές τόσο για τα αιολικά όσο και τα φωτοβολταϊκά διαμορφώθηκαν στα επίπεδα των 55 ευρώ/MWh.
Ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας σημείωσε ότι το ότι υπάρχουν υποδομές φυσικού αερίου στην περιοχή αποτελεί θετικό παράγοντα και τόνισε ότι αντιλαμβάνεται την ανησυχία της τοπικής κοινωνίας για την «επόμενη ημέρα» στη Μεγαλόπολη μετά το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων.
«Γνωρίζουμε ότι μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων της περιοχής περιστρέφονται γύρω από τη ΔΕΗ και γι’ αυτό είναι σημαντικό να βρούμε νέες επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας που θα διασφαλίσουν όλη την κοινωνία και θα φέρουν τη Μεγαλόπολη μπροστά».
Το πώς θα γίνει αυτό είναι το βασικό ζητούμενο του Εθνικού Σχεδίου Δίκαιης Μετάβασης (των λιγνιτικών περιοχών) που εκπονείται ήδη, θα είναι έτοιμο έως το καλοκαίρι και θα τεθεί στη συνέχεια σε διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες, ώστε να ξεκινήσει να υλοποιείται στις αρχές του 2021 που θα ενεργοποιηθεί και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.
Όπως είπε ο κ. Θωμάς, οι πόροι από αυτό το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο της ΕΕ αποτελούν τη «μαγιά» για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις έως 4,4 δις. ευρώ στη Μεγαλόπολη και τη Δυτική Μακεδονία. Εντός του 2020, η διαδικασία του μετασχηματισμού των λιγνιτικών περιοχών μπορεί να χρηματοδοτηθεί από το λιγνιτικό τέλος της ΔΕΗ που θα εκταμιευθεί σύντομα (με το ποσό που αντιστοιχεί στη Μεγαλόπολη να υπολογίζεται σε 25 εκατ. ευρώ) αλλά και από πόρους από το Πράσινο Ταμείο, που εκτιμώνται σε 60 εκατ. ευρώ συνολικά για Μεγαλόπολη και Δυτική Μακεδονία.
Σύμφωνα με τον κ. Θωμά, αποτελεί προτεραιότητα η Μεγαλόπολη να παραμείνει ως δεύτερο μεγαλύτερο ενεργειακό κέντρο της Ελλάδας και στη νέα εποχή. Κομβικό ρόλο σε αυτό θα διαδραματίσει το ότι θα καταστεί εφικτό να λειτουργήσει στην πλήρη ισχύ της (811 MW), η Μεγαλόπολη V.
Έτσι η περιοχή θα παραμείνει σημαντικό κέντρο παραγωγής ενέργειας της χώρας, ανεφοδιάζοντας με ηλεκτρική ενέργεια μέχρι και την Κρήτη μέσω της «μικρής διασύνδεσης», αλλά και επιτρέποντας την ανάπτυξη ΑΠΕ στην Δυτική Ελλάδα.
Σημείωσε τέλος ότι η περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ είναι σημαντική για την περαιτέρω ανεξαρτησία της χώρας και γι’ αυτό το ΥΠΕΝ στηρίζει το σχέδιο της ΔΕΗ για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στα «απενεργοποιημένα» λιγνιτικά πεδία, που είναι αποδοτικό οικονομικά και για την ίδια την επιχείρηση.