Νέα δεδομένα για την αγορά διαχείρισης απορριμμάτων δημιουργεί η παραγωγή αστικών στερών αποβλήτων, η οποία σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 65% πριν από το 2050, φτάνοντας τους 3,8 δισεκατομμύρια τόνους.
Σύμφωνα με το GlobalWasteManagementOutlook 2024, εάν η παγκόσμια στρατηγική δεν αλλάξει, το κόστος διαχείρισης απορριμμάτων θα μπορούσε να διπλασιαστεί φθάνοντας στα 640,3 δισεκατομμύρια δολάρια κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
«Η ανοιχτή καύση απορριμμάτων είναι καταστροφή. Οι χωματερές είναι καταστροφή. Η ανακύκλωση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον τεράστιο όγκο των απορριμμάτων», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του UNEP στην παρουσίαση της έκθεσης στο Ναϊρόμπι.«Για να πραγματοποιήσουμε το όραμα μιας κοινωνίας μηδενικών αποβλήτων, πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τι είναι τα απόβλητα».
«Εάν μπορούμε να οικοδομήσουμε αυτή τη νοοτροπία και να την κάνουμε πράξη, δεν θα επιβραδύνουμε μόνο την τριπλή πλανητική κρίση. Θα αποφέρουμε ετήσιο καθαρό κέρδος 108,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε σχέση με το τρέχον κόστος διαχείρισης απορριμμάτων».
Η έκθεση, που δημοσιεύεται από κοινού με τη Διεθνή Ένωση Στερεών Αποβλήτων, παρέχει μια επισκόπηση του όγκου των αποβλήτων που παράγονται, του τρόπου διαχείρισής τους και των περιβαλλοντικών επιπτώσεών τους. Οι σχετικές αναφορές σημειώνουν ότι «λίγα έχουν αλλάξει», και εκτιμούν ότι «η ανθρωπότητα έχει κινηθεί προς τα πίσω, δημιουργώντας περισσότερα απόβλητα, περισσότερη ρύπανση και περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου».
Οι ειδικοί επιστήμονες εκτιμούν ότι η ανεξέλεγκτη διάθεση –με ντάμπινγκ ή/και καύση ανοιχτής ύλης– θα διπλασιαστεί σχεδόν μεταξύ 2020 και 2050, σε 1,57 δισεκατομμύρια τόνους ετησίως.
Τα απόβλητα στους χώρους υγειονομικής ταφής προβλέπεται να αυξηθούν κατά παρόμοιο ποσοστό, σε 1,09 δισεκατομμύρια τόνους, και η ανακύκλωση κατά τα δύο τρίτα σε 660 εκατομμύρια τόνους. Οι μέθοδοι διάθεσης αποβλήτων σε ενέργεια θα αυξηθούν κατά 74%, σε 470 εκατομμύρια τόνους, όπως προβλέπει το UNEP. Η διαχείριση τέτοιων αποβλήτων το 2020 ήταν 252 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά ο πραγματικός αριθμός – όταν ληφθεί υπόψη το έμμεσο κόστος για τη ρύπανση, την κακή υγεία και την κλιματική αλλαγή – ήταν 361 δισεκατομμύρια δολάρια.
Προκειμένου να προχωρήσουμε προς ένα κυκλικό σενάριο, η έκθεση συνιστά την χρήση δεδομένων για να δοθεί προτεραιότητα στην πρόληψη της δημιουργίας αποβλήτων, την απαγόρευση προβληματικών υλικών και την επιβολή των αρχών «ο παραγωγός πληρώνει» καθώς και την δέσμευση των πολιτών για μεγαλύτερη μείωση των απορριμμάτων.
«Για ένα βιώσιμο μέλλον, το τρέχον πρότυπο γραμμικής χρήσης πόρων πρέπει να σταματήσει επειγόντως και να εφαρμοστούν στρατηγικές μηδενικής σπατάλης και κυκλικής οικονομίας για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μελλοντικών γενεών», καταλήγει η έκθεση.