Η Κύπρος έδωσε την τελευταία δεκαετία ιδιαίτερο βάρος στον ενεργειακό τομέα, ήδη απολαμβάνει εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής της Ζώνης μια πλατφόρμα και ευελπιστεί σύντομα να δει κι άλλες να τοποθετούνται στις νότιες θάλασσές της.
Ο τομέας της ενέργειας αποτέλεσε μια πρόσθετη αξία για την Κυπριακή Δημοκρατία, ανοίγοντας της διαύλους επικοινωνίας με γειτονικές χώρες που προηγουμένως ήταν εκτός της όποιας συζήτησης. Παράλληλα άνοιξε συζητήσεις για μεγάλα έργα ευρωπαϊκής εμβέλειας.
Την ίδια ώρα όμως που η Κύπρος κάνει μεγάλα σχέδια στον τομέα της ενέργειας παρουσιάζει ένα ιδιαίτερα σημαντικό κενό. Και το κενό αυτό έχει να κάνει με την επαρκή προστασία των ενεργειακών της υποδομών. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι τόσο η υφιστάμενη όσο και οι μελλοντικές πλατφόρμες και όποιες άλλες ενεργειακές εγκαταστάσεις θα προκύψουν λόγω της ανακάλυψης των υδρογονανθράκων θα βρίσκονται στο έλεος της τύχης του. Με την Κυπριακή Δημοκρατία να παρουσιάζει πρακτικές δυσκολίες στο να παρέχει την απαραίτητη ασφάλεια.
Αυτή η πρακτική δυσκολία που έχει η Κυπριακή Δημοκρατία να διασφαλίσει την ΑΟΖ της, φάνηκε τον περασμένο χειμώνα με το ερευνητικό σκάφος της ιταλικής ΕΝΙ. Όπως επίσης φάνηκε πως εάν η εμπλεκόμενη χώρα –δηλαδή από το κράτος το οποίο προέρχεται η εταιρεία– δεν είναι διατεθειμένη να υπερασπίσει το ερευνητικό σκάφος ή την πλατφόρμα εξόρυξης, τότε υπάρχουν εκείνοι που καραδοκούν. Που στην προκειμένη περίπτωση είναι η Τουρκία.
Οι κινήσεις της Άγκυρας στο γεωτρύπανο που είχε εκμισθώσει η ιταλική ΕΝΙ αλλά και όλες οι άλλες κινήσεις του τουρκικού ναυτικού, πηγάζουν από το γεγονός ότι η Κύπρος δεν έχει επαρκή μέτρα αυτοπροστασίας στον θαλάσσιο της χώρο. Γι’ αυτό και οι προσεχείς εξελίξεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ θα καταδείξουν μέχρι ποιου σημείου μπορεί να φτάσουν οι τουρκικές προκλήσεις.
Στην περίπτωση της ΕΝΙ η απουσία προστασίας από μέρους της ίδιας της Ιταλίας επέτρεψε στην Τουρκία να κινηθεί και να επιβληθεί. Στην περίπτωση της αμερικανικής Νομπλ προηγουμένως έμεινε στις φωνασκίες. Γι’ αυτό και γεννάται το ερώτημα, τι θα πράξει στο μέλλον σ’ ό,τι αφορά τη γαλλική Total ή την αμερικανική ExxonMobil. Οι εκτιμήσεις που υπάρχουν είναι πως δεν θα δούμε επανάληψη του σκηνικού του περασμένου Φεβράρη. Κι αυτό γιατί τόσο η Γαλλία όσο και οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να αφήσουν τις εταιρείες τους στο έλεος των τουρκικών ενεργειών.
Βλέπουμε λοιπόν πως χωρίς τη δράση των ενδιαφερομένων χωρών η Κύπρος δεν έχει την όποια δυνατότητα να παράσχει ασφάλεια σ’ όσους δραστηριοποιούνται σε δικές της θάλασσας. Αυτό είναι μια αδυναμία που την έχουν πολλά μικρά θαλάσσια κράτη και τα οποία εξαρτούν την αντιμετώπιση ανάλογων φαινομένων σε τρίτους. Γεγονός που αναγκάζει τις εταιρείες να ψάχνουν για μέτρα αυτοπροστασίας από πιθανούς κινδύνους.
Τα πλωτά και αεροπορικά μέσα, οι μηχανισμοί επιτήρησης και παρακολούθησης, είναι ορισμένα πράγματα τα οποία είναι απαραίτητα για ένα κράτος που θέλει να προστατεύει ανάλογης σημασίας χώρους και εγκαταστάσεις. Η Κύπρος δεν τα έχει αυτά και γι’ αυτό χρειάζεται η συνεργασία και η συμμαχία με χώρες τις ευρύτερες περιοχής και άλλους παράγοντες προκειμένου να ενισχύσει την ασφάλεια εντός της Αποκλειστικής της Οικονομικής Ζώνης. Το ερώτημα είναι μέχρι ποιου βαθμού οι γείτονες και οι φίλοι είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν την Κύπρο.
Στην Κύπρο η κυρίαρχη αντίληψη είναι πως ο μόνος κίνδυνος που μπορεί να προκύψει για τις ενεργειακές εγκαταστάσεις είναι από την επιθετική Τουρκία. Δεν είναι όμως μόνο ο κίνδυνος από τυχόν ενέργειες της Τουρκίας που μπορεί να προκύψει. Υπάρχουν αρκετοί άλλοι κίνδυνοι που μπορεί να προκύψουν. Όπως για παράδειγμα ένα τρομοκρατικό κτύπημα, μια δολιοφθορά, μια πειρατεία. Ενέργειες οι οποίες δεν μπορούν να αποκλειστούν σε καμιά περίπτωση, ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε σε εγκαταστάσεις σε ανοικτές θάλασσες και στο μέσο μιας εύθραυστης περιοχής όπως είναι η Ανατολική Μεσόγειος και η Μέση Ανατολή.
Γειτονικές χώρες φροντίζουν συστηματικά να αναβαθμίζουν την αμυντική τους δυνατότητα δίνοντας έμφαση στον τομέα προστασίας των ενεργειακών τους υποδομών. Η Αίγυπτος ακολουθούσε αυτή την τακτική από παλιά. Το Ισραήλ μόλις τα τελευταία χρόνια έδωσε έμφαση στο κεφάλαιο ασφάλεια των ενεργειακών εγκαταστάσεων. Η Κύπρος μπορεί να λάβει παραδείγματα από τις χώρες αυτές και να κινηθεί προς την ίδια κατεύθυνση, στο μέτρο των δικών της δυνατοτήτων. Γιατί χρειάζονται πολλά εκατομμύρια και δισεκατομμύρια για να ενισχυθεί επαρκώς η αεροναυτική αμυντική δυνατότητα της Κύπρου, ώστε να μπορεί να προστατέψει και τις ενεργειακές εγκαταστάσεις. Και τα ποσά αυτά δεν τα έχει η Κύπρος. Ως εκ τούτου για το εγγύς μέλλον είναι αναγκασμένη να συνεχίσει να στηρίζεται στην καλή διάθεση των φίλων και γειτόνων και να περιορίζεται σε πολιτικές και διπλωματικές διαμαρτυρίες εκεί και όπου είναι εφικτό.
Απευθύνεται συνεχώς στα Ηνωμένα Έθνη
Ένας χώρος όπου η Κυπριακή Δημοκρατία καταφεύγει προκειμένου να καταγγείλει εις βάρος της ενέργειες και να αναζητήσει προστασία από παραβιάσεις και επιθετικές ενέργειες είναι αυτός των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό έπραξε και πρόσφατα καταγγέλλοντας την παραβίαση του εναέριου και θαλάσσιου χώρου της από την Τουρκία, κάνοντας λόγο για ξεκάθαρη υπονόμευση της κυριαρχίας της.
Ο Επιτετραμμένος της Κυπριακής Δημοκρατίας στα Ηνωμένα Έθνη Μιχάλης Μαύρος, με επιστολή ημερομηνίας 7 Αυγούστου 2018 προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, καταγγέλλει τις παραβιάσεις του εναέριου και θαλάσσιου χώρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, που σημειώθηκαν από την Τουρκία τον περασμένο Ιούνιο.
Η επιστολή κυκλοφόρησε την Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018 ως επίσημο έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, με αρ. Α/72/947-S/2018/760.
Στην επιστολή του, ο κ. Μαύρος επισυνάπτει δύο έγγραφα, όπου περιγράφονται λεπτομερώς όλες οι τουρκικές παραβιάσεις των διεθνών κανονισμών εναέριας κυκλοφορίας, του εθνικού εναέριου χώρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, και η παράνομη χρήση από τα τουρκικά πολεμικά πλοία, λιμανιών τα οποία παραμένουν κλειστά. Επισημαίνει παράλληλα, τη συστηματική χρησιμοποίηση του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου από τουρκικά εμπορικά αεροσκάφη.
Ο Επιτετραμμένος σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι οι προαναφερθείσες ενέργειες της Τουρκίας, η οποία κατέχει παράνομα το βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 1974, αποσκοπούν ξεκάθαρα στην υπονόμευση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Υπογραμμίζει παράλληλα, ότι υπάρχει μια νομική Αρχή στην Κύπρο, η Κυπριακή Δημοκρατία, όπως αυτό διατυπώνεται στα διάφορα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, και ιδιαίτερα τα ψηφίσματα 541 (1983) και 550 (1984), όπου το Συμβούλιο καταδικάζει την ανακήρυξη της «ΤΔΒΚ» ως νομικά άκυρης. Καταλήγοντας, ο κ. Μαύρος παροτρύνει την Τουρκία και τους Τουρκοκύπριους όπως λάβουν υπόψη τις εκκλήσεις της διεθνούς κοινότητας και συμβάλουν σε μια ουσιαστική επανάληψη της ειρηνευτικής διαδικασίας, αντί να επικεντρώνονται στην υπονόμευση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενισχύοντας τη συνεχιζόμενη ντε φάκτο διαίρεση και την αναβάθμιση του καθεστώτος της αποσχιστικής οντότητας.

Γράφει ο Ανδρέας Πιμπίσιης – Πηγή: philenews.com