Οι καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου 2021 στη Βόρεια Εύβοια οδήγησαν σε τεράστια οικολογική καταστροφή, με επακόλουθες έντονα αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις για τις τοπικές κοινωνίες, σύμφωνα με το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ).
Ουσιαστική παράμετρος ανασυγκρότησης της περιοχής θα πρέπει να είναι η εκμετάλλευση των τοπικών δυνατοτήτων και ευκαιριών, μέσω των οποίων δύναται να ενισχυθεί η τοπική οικονομική δραστηριότητα και να τονωθεί η αγορά εργασίας, εξασφαλίζοντας τα μέγιστα οφέλη για τους κατοίκους.
Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα η διαφύλαξη και η ορθή διαχείριση του περιβαλλοντικού πλούτου της Βόρειας Εύβοιας, καθώς και η προστασία από μελλοντικές δυσμενείς επιπτώσεις που επιφέρει η κλιματική αλλαγή. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι ένας εκ των τριών βασικών πυλώνων ανάπτυξης του Προγράμματος Ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας είναι η ορθολογική αξιοποίηση του δάσους ως πηγής εισοδήματος για τους κατοίκους. Συνεπώς, μια προοπτική που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η αειφόρος διαχείριση της ξυλώδους βιομάζας του δάσους, με τρόπο που να διασφαλίζει την προστασία και τη βιωσιμότητά του, αποδίδοντας παράλληλα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη για την τοπική κοινωνία. 
Το ΚΕΠΕ, όπως αναφέρει, θέλοντας να συμβάλει ουσιαστικά στο Πρόγραμμα Ανασυγκρότησης της Βόρειας Εύβοιας, συνέταξε τη μελέτη με τίτλο «Δυνατότητες και προοπτικές ενεργειακής αξιοποίησης υπολειμμάτων ξυλώδους βιομάζας στη Βόρεια Εύβοια και ενδεχόμενα οφέλη για την τοπική οικονομία» (ΚΕΠΕ, 2023).
Η μελέτη, που διεξήχθη στο πλαίσιο του Τριμερούς Μνημονίου Συνεργασίας Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υπ. Ανάπτυξης και ΚΕΠΕ, ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2023 και είχε ως βασικό σκοπό τη διερεύνηση των ενδεχόμενων ωφελειών για την οικονομία της Βόρειας Εύβοιας που δύναται να προκύψουν από την ενεργειακή αξιοποίηση, κατά κύριο λόγο, των υπολειμμάτων ξυλώδους βιομάζας από την ορθή διαχείριση του δάσους και, συμπληρωματικά, των υπολειμμάτων βιομάζας γεωργικής προελεύσεως από τις δενδρώδεις καλλιέργειες της περιοχής. Η παρούσα ανάλυση επικαιρότητας στοχεύει στο να παρουσιάσει τις βασικές πτυχές και τα ευρήματα της μελέτης.
Η περίπτωση της Βόρειας Εύβοιας 
Σε ό,τι αφορά τη Βόρεια Εύβοια, με βάση το ΚΕΠΕ,  οι καταστροφικές πυρκαγιές του Αυγούστου 2021 οδήγησαν σε τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή με επακόλουθες αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες για τις τοπικές κοινωνίες. Η ανασυγκρότηση της πληγείσας περιοχής θα πρέπει να έχει ως κύριο στόχο την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και την επίτευξη των μέγιστων ωφελειών για τους κατοίκους της. 
Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να εστιάζει στην αναγέννηση και την προστασία του περιβαλλοντικού πλούτου της, αλλά και τη μέριμνα για αποφυγή των μελλοντικών δυσμενών επιπτώσεων που επιφέρει η κλιματική αλλαγή. Μετά τις πυρκαγιές που κατέστρεψαν σημαντικό τμήμα του δάσους της Βόρειας Εύβοιας, ήταν άμεση και επιτακτική η ανάγκη διαχείρισης του δάσους που έχει πληγεί, με κύριο στόχο την προστασία των εδαφών από τη διάβρωση, τη διαφύλαξη των ζωντανών δέντρων, καθώς και τη διασφάλιση της απρόσκοπτης αναγέννησής του. 
Σε συνέχεια όμως αυτού, τίθεται το ζήτημα της μακροχρόνιας, ορθής και βιώσιμης διαχείρισης του νέου δάσους, με σκοπό την ορθολογική εκμετάλλευσή του και την προστασία του από μελλοντικές καταστροφές. Συνεπώς, ένα από τα ζητήματα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι και η αειφόρος διαχείριση της ξυλώδους βιομάζας του δάσους, με τρόπο που να διασφαλίζει την προστασία και τη βιωσιμότητά του, αποδίδοντας παράλληλα οικονομικά και άλλα οφέλη για την τοπική κοινωνία. 
Το δάσος μπορεί να αποτελέσει σημαντική πηγή ξυλώδους βιομάζας, η οποία δύναται να αξιοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας. Έτσι, τα σημαντικά πλεονεκτήματα που χαρακτηρίζουν τον κλάδο της βιοενέργειας δύναται να οδηγήσουν σε οφέλη για την οικονομία της περιοχής, συμβάλλοντας στη δημιουργία θέσεων εργασίας και αυξάνοντας την προστιθέμενη αξία σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Επίσης, δημιουργούνται ευκαιρίες για την ενίσχυση των κοινωνικών δομών και την υποστήριξη των οικονομικά αδύναμων νοικοκυριών, μέσω, για παράδειγμα, της σύστασης ενεργειακών κοινοτήτων. Ωστόσο, η οικονομία του δάσους περιλαμβάνει μεγάλο εύρος παραγωγικών δραστηριοτήτων που συνδέονται μεταξύ τους συνεργατικά αλλά και ανταγωνιστικά.
Για παράδειγμα, η παραγωγή ενέργειας από ξυλώδη δασική βιομάζα αποτελεί δραστηριότητα που συνδέεται με τη βιομηχανία επεξεργασίας ξύλου, τόσο ανταγωνιστικά, στο πλαίσιο της εξασφάλισης πρώτης ύλης, όσο και συμπληρωματικά, καθώς τα υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου μπορεί να αξιοποιούνται ως βιοκαύσιμα. Σε κάθε περίπτωση, η ενεργειακή αξιοποίηση της βιομάζας του δάσους θα πρέπει να γίνεται με γνώμονα την αειφόρο διαχείρισή του και με τρόπο που θα διασφαλίζει την προστασία και τη βιωσιμότητά του. 
Πέρα από την αδιαμφισβήτητη αξία του δάσους, η Βόρεια Εύβοια χαρακτηρίζεται από σημαντική γεωργική δραστηριότητα που μπορεί να αποτελέσει πηγή ξηρής βιομάζας υπολειμματικής μορφής, η οποία δύναται να αξιοποιηθεί συμπληρωματικά ως πρώτη ύλη σε συνδυασμό με τη δασική βιομάζα. Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο μπορεί να αυξηθούν οι διαθέσιμες ποσότητες, αλλά να γίνει και σωστότερη διαχείριση του υλικού, τόσο γεωγραφικά, όσο και στη διάρκεια του έτους, συμβάλλοντας στην άμβλυνση των περιορισμών που υπάρχουν σχετικά με την εποχικότητα και το κόστος μεταφοράς και αποθήκευσης της βιομάζας, ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζεται και Αναλύσεις Επικαιρότητας 3/2023 5 επιπλέον εισόδημα για τους παραγωγούς. 
Σε ό,τι αφορά τη γεωργική δραστηριότητα στον Δήμο Ιστιαίας-Αιδηψού και τον Δήμο Μαντουδίου-Λίμνης-Αγίας Άννας, μεταξύ άλλων, καταγράφονται σημαντικές εκτάσεις καλλιεργειών ελιάς, εκτάσεις σιτηρών, καθώς και εκτάσεις σε αγρανάπαυση. Οι συγκεκριμένες γεωργικές καλλιέργειες παρουσιάζουν ενδιαφέρον, καθώς μπορούν να συμβάλουν στη διαθεσιμότητα βιομάζας μέσω των κλαδεμάτων και των ελαιοπυρήνων της ελιάς, όπως επίσης και των υπολειμμάτων των καλλιεργειών των σιτηρών και του αραβοσίτου. 
Ταυτόχρονα, οι εκτάσεις σε αγρανάπαυση θα μπορούσαν εν δυνάμει να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή πολυετών ενεργειακών καλλιεργειών και με αυτό τον τρόπο να αξιοποιηθούν αποδοτικότερα και να προστατευτούν τα εδάφη από τη διάβρωση ενισχύοντας το γεωργικό εισόδημα. Ένας από τους κυριότερους παράγοντες επιτυχίας μιας επένδυσης στο αντικείμενο της βιοενέργειας είναι η εξασφάλιση της ομαλής τροφοδοσίας καυσίμου με κατάλληλα τεχνικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά και κόστος ικανό να στηρίξει την οικονομική βιωσιμότητα του εγχειρήματος. 
Σε αυτό, μπορεί να συμβάλει καταλυτικά ο σχεδιασμός και η δημιουργία ενός δικτύου συλλογής, διαχείρισης και εμπορίας της βιομάζας, το οποίο από τη μία πλευρά θα εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα της πρώτης ύλης και τη συστηματική τροφοδοσία των μονάδων παραγωγής ενέργειας σε όλη τη διάρκεια του έτους και, από την άλλη, θα συμβάλει στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας, αυξάνοντας την περίοδο χρήσης των μηχανημάτων εντός του έτους, μειώνοντας τις απαιτήσεις σε αποθήκευση κλπ. 
Συνεπώς, ελαχιστοποιώντας το κόστος των επιμέρους διαδικασιών επιτυγχάνεται η μείωση του τελικού κόστους απόκτησης της βιομάζας και ενισχύεται η οικονομική βιωσιμότητα του εγχειρήματος. Ταυτόχρονα, ένα τέτοιο δίκτυο μπορεί να αποτελέσει σημαντική επενδυτική ευκαιρία σε τοπικό επίπεδο, προσφέροντας νέες θέσεις απασχόλησης. 
Σε αυτό το πλαίσιο, μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση είναι και η δημιουργία ενεργειακών συνεταιρισμών με βασικό πλεονέκτημα την άμεση συμμετοχή στο επενδυτικό σχέδιο των εμπλεκομένων στη διαδικασία, όπως είναι για παράδειγμα οι ίδιοι οι παραγωγοί, οι υλοτόμοι κλπ. Οι δραστηριότητες τέτοιων συνεταιρισμών δύναται να καλύπτουν όλα τα στάδια μιας αντίστοιχης αλυσίδας αξίας, από την παραγωγή και τη συγκέντρωση της βιομάζας, μέχρι και την παραγωγή και εμπορία δευτερογενών προϊόντων, όπως είναι για παράδειγμα τα σύμπηκτα (πελέτες) ή/και την παραγωγή και πώληση ενέργειας. Ως συνέπεια, επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας και ελαχιστοποιείται το κόστος απόκτησης της βιομάζας, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται σημαντικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες.