Η ανάπτυξη των ορυκτών καυσίμων μπορεί να «παγώσει» ήδη από το 2020, σύμφωνα με νέα έκθεση του Ινστιτούτου Γκράνταμ στο Ιμπίριαλ Κόλετζ του Λονδίνου.
Η έκθεση δείχνει ότι η μείωση του κόστους των ηλεκτρικών οχημάτων και της ηλιακής ενέργειας μπορεί να θέσει τέρμα στην αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης για πετρέλαιο σε λιγότερο από τρία χρόνια.
Συγκεκριμένα, τα ρυπογόνα καύσιμα μπορούν να απωλέσουν το 10% του μεριδίου αγοράς τους προς όφελος της ηλιακής ενέργειας και των «καθαρών» οχημάτων μέσα σε μόνο μία δεκαετία.
Ενδεικτικά, πέντε μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις στην Ευρώπη έχασαν συνολικά περίπου 100 δισεκατομμύρια ευρώ, μεταξύ 2008 και 2013, επειδή δεν είχαν προετοιμαστεί για μία ανάπτυξη 8% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μεταξύ άλλων παραγόντων, αναφέρει η έκθεση.
«Οι μεγάλες εταιρείες ενέργειας υποτιμούν σοβαρά τη μετάβαση σε οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα και η προσκόλληση σε συνηθισμένα σενάρια που αναμένουν τη συνεχή ανάπτυξη των ορυκτών καυσίμων, μπορεί να οδηγήσει τα περιουσιακά τους στοιχεία σε πτώση», υπογραμμίζει η μελέτη.
Εξάλλου, η έκθεση επισημαίνει επίσης ότι η φωτοβολταϊκή ενέργεια μπορεί να προμηθεύει το 23% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ως το 2040, και έως και το 29% μέχρι το 2050. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι αρκετό για να καταργήσει εξ ολοκλήρου τον άνθρακα και να αφήσει στο φυσικό αέριο ένα μερίδιο αγοράς μόνο 1%.
Ταυτόχρονα όμως, η πετρελαϊκή Exxon προβλέπει ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα παράσχουν μόνο το 11% ως το 2040.
Οι ερευνητές εκτιμούν επίσης ότι τα ηλεκτρικά οχήματα θα αποτελούν περίπου το 35% της αγοράς μέχρι το 2025 και έως και το 67% ως το 2050. Αυτή η τροχιά ανάπτυξης θα αντικαταστήσει περίπου δύο εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα το 2025, και 25 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2050.