Η ψηφιακή αποτελεσματικότητα αναδεικνύεται ως ο κορυφαίος κίνδυνος για τον κλάδο εξόρυξης και μετάλλων, την ώρα που οι επιχειρήσεις προσπαθούν να βελτιώσουν την παραγωγικότητά τους εισάγοντας νέες τεχνολογίες, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της ΕΥ, Top 10 business risks facing mining and metals, για το 2017-2018.
Σε μια περίοδο που ο κλάδος επενδύει όλο και περισσότερο στην ψηφιακή τεχνολογία, οι κυβερνο-απειλές έχουν αναρριχηθεί από την ένατη στην τρίτη θέση της κατάταξης, καθώς η σύγκλιση της τεχνολογίας της πληροφορίας και της τεχνολογίας των λειτουργικών διαδικασιών έχει καταστήσει τις επιχειρήσεις πιο ευάλωτες σε επιθετικές ενέργειες.
Αν και η πλειοψηφία των επιχειρήσεων του κλάδου έχει ξεκινήσει την ψηφιακή του διαδρομή, η χαμηλή ενσωμάτωση της τεχνολογίας, καθώς και το χάσμα μεταξύ όσων έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα και το εύρος των δυνατοτήτων που υπάρχουν, δημιουργούν τον κίνδυνο για αρκετές επιχειρήσεις να μείνουν πίσω στην υιοθέτηση της ψηφιακής τεχνολογίας.
 Στο μεταξύ, παρά την πρωτοφανή αύξηση των κυβερνο-επιθέσεων σε ετήσια βάση, η έκθεση δείχνει ότι ο κλάδος δεν έχει ακόμη ευαισθητοποιηθεί επαρκώς ως προς την κυβερνο-ασφάλεια.
Νέοι κίνδυνοι εμφανίζονται, καθώς ο κλάδος κινείται προς την ανάπτυξη
Η βελτιστοποίηση της διαχείρισης μετρητών βρέθηκε φέτος στην έκτη θέση από την πρώτη στην κατάταξη των κινδύνων, λόγω των μεγαλύτερων περιθωρίων κέρδους και των βελτιωμένων ταμειακών ροών. Ωστόσο, σύμφωνα με την έκθεση, η ανάγκη να επιτευχθούν ανταγωνιστικές αποδόσεις για τους μετόχους επιβάλλει στις επιχειρήσεις να διαχειριστούν τις αντικρουόμενες απαιτήσεις των βραχυπρόθεσμων διαθέσιμων κεφαλαίων, αφενός, και των μακροπρόθεσμων επενδύσεων στην ανάπτυξη, αφετέρου.
Ενώ το 2017, οι επιχειρήσεις μείωσαν τη μόχλευση και επέστρεψαν μετρητά στους μετόχους μέσω μερισμάτων και προγραμμάτων επαναγοράς μετοχών, αυτό δεν αποτελεί παρά μια βραχυπρόθεσμη αντίδραση στις χαμηλές αποδόσεις των τελευταίων ετών, καθώς η απόδοση των απασχολούμενων κεφαλαίων έχει μειωθεί σταθερά κάτω από το σταθμισμένο μέσο κόστος κεφαλαίου.
Καθώς οι ισολογισμοί έχουν βελτιωθεί και έχουν επιστραφεί πλεονάζοντα μετρητά, ο κλάδος θα αρχίσει να αναζητά επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρουν μακροπρόθεσμες αποδόσεις κεφαλαίου. Σύμφωνα με την έκθεση, όσες επιχειρήσεις δεν το καταφέρουν, θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενες πιέσεις από ακτιβιστές μετόχους, ακόμη και τον κίνδυνο μιας επιθετικής εξαγοράς.
Αυξάνονται οι ρυθμιστικοί κίνδυνοι, ενώ οι νέες τεχνολογίες ανατρέπουν τον κλάδο
Οι ρυθμιστικοί κίνδυνοι εμφανίζονται για πρώτη φορά μέσα στην πρώτη δεκάδα των κορυφαίων κινδύνων για τον κλάδο, καθώς οι κυβερνήσεις απαιτούν μεγαλύτερες αποδόσεις από τους φυσικούς τους πόρους, ενόψει της βελτίωσης των τιμών και της κερδοφορίας των βασικών αγαθών, ενώ συνεχίζουν να κερδίζουν έδαφος οι πρωτοβουλίες που προωθούν τη διαφάνεια.
Τα νέα διεθνή βασικά αγαθά αποτελούν έναν ακόμη νέο κίνδυνο που βρέθηκε στην τέταρτη θέση της κατάταξης, εξαιτίας των δραστικών μετασχηματισμών σε άλλους κλάδους. Η άνοδος των ηλεκτρικών αυτοκινήτων και των λύσεων συσσωρευτών ηλεκτρικής ενέργειας, για παράδειγμα, επιβάλλει στις επιχειρήσεις να αξιολογήσουν σε ποιες αγορές θα εισέλθουν και πού θα επενδύσουν.
Ο κ. Βασίλειος Καμινάρης, Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Υπηρεσιών Διασφάλισης της ΕΥ Ελλάδος και Κεντρικής & Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, παρατηρεί: «Ο κλάδος εξόρυξης και μετάλλων βρίσκεται σήμερα σε σημείο καμπής. Καθώς ο δραστικός μετασχηματισμός διαταράσσει τον κλάδο, το τοπίο αλλάζει, και οι επιχειρήσεις έρχονται αντιμέτωπες με νέους κινδύνους και προκλήσεις. Οι επιχειρήσεις πρέπει να ενσωματώσουν την ψηφιακή τεχνολογία, αλλά και να οχυρωθούν σωστά απέναντι στις κυβερνο-επιθέσεις. Την ίδια ώρα, όμως, θα πρέπει να οργανωθούν, ώστε να αντιμετωπίσουν και τους υπόλοιπους νέους κινδύνους που έχουν εμφανιστεί. Η χάραξη μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής και η επένδυση στις νέες τεχνολογίες, αλλά και το σωστό ανθρώπινο δυναμικό, θα αποδειχθούν κρίσιμες».