Ρύπανση και αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων αποτελούν το πιο επικίνδυνο «κοκτέιλ» για την υδρόβια ζωή, απειλώντας ποτάμια και λίμνες σε όλο τον κόσμο.
Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από διεθνή έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, πανεπιστημιακά ιδρύματα της Γαλλίας και το Γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Ερευνών για τη Γεωργία, τα Τρόφιμα και το Περιβάλλον, σύμφωνα με την οποία η ζωή ψαριών και άλλων ειδών που ζουν και τρέφονται σε ποταμούς και λίμνες απειλούνται.
Μπορεί παλαιότερες έρευνες να είχαν αναδείξει το πρόβλημα της ρύπανσης και τις επιπτώσεις της στο υδάτινο δίκτυο, εντούτοις δεν είχαν αντιληφθεί ότι η μόλυνση σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας του νερού επιταχύνει την καταστροφή πολλών υδρόβιων οργανισμών, ιδίως εκείνων που βασίζουν τη διατροφή και επιβίωσή τους στην κατανάλωση ψαριών.
Αναλυτικότερα, διαπιστώθηκε ότι οι δύο παραπάνω παράγοντες είναι επιβλαβείς αφού επιδρούν στην τροφική αλυσίδα και υποβαθμίζουν το οικοσύστημα, αναφέροντας ως παράδειγμα τους πρόσφατους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι όπου κρίθηκε απαραίτητη η μείωση των επιπέδων ρύπανσης του Σηκουάνα για να επιτραπεί η διεξαγωγή αθλημάτων, αλλά παρ’όλα αυτά σε ορισμένες περιπτώσεις αποφασίστηκε η αναβολή τους εξαιτίας παρουσίας υψηλού επιπέδου βακτηρίων.
Όπως αναφέρουν οι ειδικοί, μπορεί οι άνθρωποι να επιλέξουν να μην κολυμπήσουν σε μολυσμένα νερά, όμως, δεν ισχύει το ίδιο για τα ψάρια, τα οποία σταδιακά εξαφανίζονται από τον συνδυασμό του θερμότερου νερού και της ρύπανσης.
Πιο συγκεκριμένα, μπορεί μέχρι πρότινος οι επιστήμονες να εκτιμούσαν ότι η άνοδος της θερμοκρασίας και τα αυξημένα επίπεδα θρεπτικών ουσιών εξαιτίας της ρύπανσης μπορεί να αντισταθμίσουν ο ένας τον αντίκτυπο του άλλου στην υδρόβια ζωή, όμως αποδεικνύεται ότι αυτός είναι ένας επικίνδυνος συνδυασμός που απειλεί τα ποτάμια και τις λίμνες.
Κρίνεται, επομένως, επιτακτική η ανάγκη αντιμετώπισης τηςυπερθέρμανσηςτου πλανήτη, καθώς και της μείωσης των επιπέδων ρύπανσης με τον Αλαίν Ντανέ, μεταδιδακτορικό ερευνητικό συνεργάτη στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ και επικεφαλής της έκθεσης, να εξηγεί πως «τα ποτάμια, οι λίμνες, οι υγρότοποι και τα υπόγεια αποθέματα νερού αποθηκεύουν και καθαρίζουν το νερό που είναι ζωτικής σημασίας για τους ανθρώπους και την άγρια ζωή. Από την παροχή πόσιμου νερού έως την παροχή βασικών πόρων σε χερσαία και θαλάσσια οικοσυστήματα, τα υγιή συστήματα γλυκού νερού είναι απαραίτητα. Αυτάταζωτικάοικοσυστήματαμαςπροστατεύουν από τις πλημμύρες, φιλτράρουν τη ρύπανση και υποστηρίζουν αμέτρητα φυτά και ζώα».
Από την πλευρά του, ο Γουίλεμ Μποναφέ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης δήλωςε, σύμφωνα με δημοσίευση του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, ότι «τα πλάσματα της λίμνης και του ποταμού είναι σαν τα νεφρά του πλανήτη μας. Καθαρίζουν το νερό και εμποδίζουν την ανθοφορία δηλητηριωδών φυκιών και βακτηρίων. Το να τα κρατάμε ασφαλή σημαίνει ότι διατηρούμε ασφαλείς εμάς τους ίδιους».
Επιπλέον, τόνισε ότι ηκλιματική αλλαγήκαι η ρύπανση δεν είναι μεμονωμένα προβλήματα για τα ποτάμια και τις λίμνες, όπως πίστευαν παλαιότερα οι επιστήμονες, καθώς η μελέτη αποκαλύπτει ότι αλληλεπιδρούν με πολύπλοκους τρόπους που απειλούν την ισορροπία της υδρόβιας ζωής.
Όπως είπε, με τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη βελτίωση της ποιότητας του νερού, «μπορούμε να συμβάλουμε στη διαφύλαξη της υγείας των ποταμών και των λιμνών μας για τις μελλοντικές γενιές».