Ο κόσμος πνίγεται από τις εκπομπές ρύπων περισσότερο από ποτέ, αλλά αυτή η τάση πρόκειται να αντιστραφεί από το επόμενο έτος καθώς το κόστος των ηλιακών συλλεκτών και των μπαταριών παραγκωνίζει τον άνθρακα και εμποδίζει την ανάπτυξη του πετρελαίου, λέει μια νέα έκθεση, την οποία επικαλείται το Bloomberg.
Η DNV, μια νορβηγική εταιρεία διαχείρισης κινδύνου, διαπιστώνει ότι οι παγκόσμιες εκπομπές πιθανότατα έχουν κορυφωθεί, αλλά η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια παραμένει «πολύ αργή».
«Ανησυχητικά, η προβλεπόμενη πτώση απέχει πολύ από την τροχιά που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων τηςΣυμφωνίας του Παρισιού.Συγκεκριμένα, οι κλάδοι που είναι δύσκολο να ηλεκτροδοτηθούν χρειάζονται μια ανανεωμένη πολιτική ώθηση», έγραψε στην έκθεση ο διευθύνων σύμβουλος της DNV, RemiEriksen.
Ανεβαίνουν οι ΑΠΕ, αλλά…
Αν και η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειαςσυνεχίζει να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, ορισμένες χώρες συνεχίζουν να…αντιστέκονται, αναφέρει η έκθεση. Οι περισσότερες στρατιωτικές δαπάνες και οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες σημαίνουν ότι τα έθνη μερικές φορές απομακρύνονται από φιλόδοξους κλιματικούς στόχους.
«Υπάρχει μιααυξανόμενη αναντιστοιχίαμεταξύ των βραχυπρόθεσμων γεωπολιτικών και οικονομικών προτεραιοτήτων έναντι της ανάγκης να επιταχυνθεί η ενεργειακή μετάβαση», πρόσθεσε ο Eriksen.
Το κόστος εγκατάστασης ηλιακών συλλεκτών και τεχνολογίας μπαταριών αναμένεται να μειωθεί κατά 19% έως το 2030, συμβάλλοντας στην παροχή ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα, προβλέπει η DNV. Μια ξεχωριστή έκθεση από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας εκτιμά ότιη αύξηση της ηλιακής δυναμικότητας θα αντιπροσωπεύει το 80% της αύξησης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές παγκοσμίως μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Συνολικά, οιανανεώσιμες πηγές ενέργειαςαναμένεται να αυξηθούν 2,2 φορές έως το 2030, πολύ κάτω από τον τριπλασιασμό που καθορίστηκε κατά τη Διάσκεψη COP28 των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, κατά την DNV. Παρομοίως, οι βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης πραγματοποιούνται με περίπου το ήμισυ του ρυθμού που προτείνει ο οργανισμός του ΟΗΕ για το κλίμα.
Ακόμη, η DNV μείωσε την πρόβλεψή της για το 2050 για τηνυπεράκτια αιολική ενέργεια κατά 18%. Το υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης, τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και οι ανησυχίες για την ποιότητα των στροβίλων, αποτελούν τις κύριες αιτίες. Αυτά τα ζητήματα αναγκάζουν τους επενδυτές και τους ενεργειακούς ομίλους να μετατοπίσουν κεφάλαια προς την ηλιακή ενέργεια, η οποία είναι σε θέση να αξιοποιήσει ταχύτερα χρονοδιαγράμματα, σύμφωνα με τον IEA. Όπως εκτιμά οΔιεθνής Οργανισμός Ενέργειας, μέχρι το 2027, η ηλιακή παραγωγή θα ξεπεράσει την αιολική ενέργεια ως τη μεγαλύτερη πηγή ΑΠΕ.
«Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κινούνται ταχύτερα από ό,τι οι εθνικές κυβερνήσεις μπορούν να θέσουν στόχους. Και αυτό γιατί οι ΑΠΕ σήμερα προσφέρουν τη φθηνότερη επιλογή για την προσθήκηνέων σταθμών παραγωγής ενέργειαςσε όλες σχεδόν τις χώρες σε όλο τον κόσμο», δήλωσε ο Φατίχ Μπιρόλ, εκτελεστικός διευθυντής του IEA.
Κορύφωση των εκπομπών φέτος
Οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα που σχετίζονται με την ενέργεια θα κορυφωθούν το 2024, σύμφωνα με την έκθεση της DNV, η οποία ωστόσο υποβάθμισε τις προοπτικές του υδρογόνου κατά 21% σε σχέση με την περσινή εκτίμηση.
Ειδικότερα προβλέπει ότιτα καθαρά καύσιμα πρόκειται τώρα να παρέχουν το 1,5% της παγκόσμιας ενέργειας έως το 2040, από το 2,6% που είχε καθοριστεί πέρυσι. Το υψηλό κόστος του υδρογόνου και η έλλειψη ορατότητας των τιμών στον άνθρακα είναι μια σημαντική πρόκληση για τον κλάδο. Παράλληλα, η τεχνολογία δέσμευσης άνθρακα δεν αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στη μείωση των εκπομπών για παρόμοιους λόγους, σύμφωνα με την DNV.